Ο μήνας Απρίλιος και η εθιμογραφία του στην Κω
Άποψη της Αγίας Παρασκευής πριν ακόμη φτιαχτεί το καμπαναριό της, δεκαετία ΄50. Φωτογραφία Δημήτρη Κανάρη.
Την πρωταπριλιά τόχουν καλό στην Κω, όπως και σ’ άλλα μέρη της Ελλάδας, να ξεγελάει ο ένας τον άλλο μ’ ένα μικρό πρωταπριλιάτικο ψεματάκι.
Έθιμο επίσης είναι τα δυο Σάββατα της Σαρακοστής, του «φτωχού» και του «πλούσιου» Λαζάρου, να κάνουν τα «λαζαράκια». Τα λαζαράκια ζυμώνονται και πλάθονται με άσπρο σιταρένιο αλεύρι, που του δίνουν τη φόρμα σαβανωμένου ανθρώπου, μάκρους 20 με 30 εκατοστά. Δυό γαρύφαλλα παριστάνουν τα δυο μάτια του Λαζάρου, κάνουν τη μύτη, τσιμπώντας το ζυμάρι για να εξέχει. Το Σάββατο του «Φτωχού Λαζάρου» οι λάζαροι είναι «κουφοί», δηλ. από σκέτο ζυμάρι, ενώ το κυρίως Σάββατο του Λαζάρου οι λάζαροι είναι «γεροί», δηλ. έχουν γέμιση από σταφίδες και σησάμι καβουρδισμένο ή αμύγδαλα κοπανισμένα και ζυμωμένα με ανθόνερο.
Οι κοπέλες της Κεφάλου κάνουν τεράστιους λαζάρους και τους στέλλουν στους «αρμαστούς» (αρραβωνιαστικούς) τους. Τους λαζάρους γενικά, που αποτελούν ωραίο νηστήσιμο γλύκισμα, τους στέλλουν την παραμονή των Βαΐων στα φιλικά σπίτια, αλλά φυλάνε και μερικούς στα εικονίσματα μέχρι το Πάσχα «που αναστήνεται» ο Χριστός, οπότε τοποθετούνται εκεί τα κόκκινα αυγά της Λαμπρής. Το Σάββατο του Λαζάρου τα παιδιά, κρατώντας μικρούς και τρυφερούς κλάδους φοινικιάς, λένε το τραγούδι:
-Πούσαι Λάζαρε, πού είναι η φωνή σου;που σε γύρευε η Μάρθα η αδελφή σου; -Είμουνα στη γη χωμένος κι από τους νεκρούς, νεκρούς κι αναστημένους. Βάγια βάγια των Βαγιών τρώνε ψάρι και κολιό και την άλλη Κυριακή τρων’ το κόκκινο αρνί και το κόκκινο αυγό, που κυλάει στον ποταμό.
Την Κυριακή των «Βαγιών» στις εκκλησιές γίνεται διανομή σταυρών, που πλέκονται καλλιτεχνικά από πραγματικά βάγια του νησιού. Ο «καλόερος» (νεωκόρος) κάθε εκκλησιάς γύριζε παλαιότερα την ενορία και μάζευε ένα αυγό για εκείνον κι ένα για «τον Δεσπότη», δώρα του Πάσχα.
Τη Μεγάλη Πέμπτη έξω στις αυλές των σπιτιών γινόταν στο παρελθόν μια ιεροτελεστία. Άναβαν καζάνια μέσα στα οποία έριχναν διάφορα φύλλα και χόρτα για να βάψουν μ’ αυτά τα αυγά της Λαμπρής, που κουβαλούσαν χαρούμενα τα παιδιά μέσα σε μικρά καλάθια. Από το βράδυ της Μεγ. Πέμπτης μέχρι τα ξημερώματα της Μεγ. Παρασκευής πολλές μαυροφόρες μοιρολογίστρες των χωριών κάνουν ολονυχτία μπροστά στον Εσταυρωμένο της ενορίας τους, ψάλλοντας το «Κανάκι του Χριστού», ένα συγκινητικό μοιρολόι για το σταυρικό θάνατο του Χριστού. Το βράδυ της Μεγ. Παρασκευής εντυπωσιακή είναι η περιφορά των Επιταφίων.
Το πρωί του Μεγ. Σαββάτου οι νοικοκυρές της Κω, εκτός από τα κουλλούρgια, τα «ψιλοκούλλουρα», δηλ. τα ζαχαροκούλλουρα με βούτυρο, αλειμμένα με αυγό, σε διάφορα σχήματα, τα εφτάζυμα και τις «αυγκούλλες» με το κόκκινο αυγό στη μέση, ζυμώνουν και τις «λαμπρόπιττες». Οι λαμπρόπιττες είναι τυρόπιτες στρογγυλές και πολύ μεγαλύτερες από τις συνηθισμένες. Το ζυμάρι παίρνει σχήμα κυκλικό και βαθουλωτό σαν πιάτο, που γεμίζεται με «προσφά», δηλ φρέσκια ανάλατη μυζήθρα, ζυμωμένη με άφθονα αυγά και λίγο προζύμι. Τις λαμπρόπιττες, που κάνουν σε μεγάλες ποσότητες, μοιράζουν σε συγγενικά και φιλικά σπίτια καθώς αποτελούν ένα ξεχωριστό έδεσμα για τους κατοίκους της Κω.
Ενόψει του μεγάλου εορτασμού του Πάσχα, το Μεγάλο Σάββατο οι Κώοι ετοιμάζουν τα σφαγμένα τους αρνιά, που το έθιμο του νησιού τα θέλει όχι σουβλιστά, αλλά «φουρνιστά» μέσα σε πήλινες «λεκάνες», που έχουν το σχήμα αρχαίου κρατήρα με δυο λαβές (χέρια). Οι ζευγάδες, μάλιστα, της Κεφάλου το φουρνιστό το ονομάζουν «φτό» (από το αρχαίο «οπτόν», που σημαίνει το ψημένο στο φούρνο, σε πήλινο σκεύος). Το αρνί παραγεμίζεται με ρύζι και συκωτάκια τσιγαρισμένα, ράβεται η κοιλιά του, λυγίζεται για να πάρει το σχήμα της λεκάνης και τοποθετείται εκεί μέσα ακέραιο, ενώ πασπαλίζεται με μυρωδικά. Οι ζευγάδες της Κω δεν βάζουν νερό ούτε στάλα. Σκεπάζουν τη λεκάνη με το «καπ-πάκι» (πώμα) της και το χρίουν με ζύμη για να μη ξεθυμάνει, γιατί τότε θα καεί το αρνί. Έχουν έτοιμο το φούρνο, όπως όταν φουρνίζουν τα ψωμιά και, αφού βάλουν μέσα τις λεκάνες, χρίουν και πάλι το στόμιο του φούρνου. Στ’ αυτιά της λεκάνης έδεναν τα μικρά παιδιά τους «μάρτηδες», που φύλαγαν για το σκοπό αυτό, για να κοκκινήσει σαν το μάρτη το φουρνιστό. Τους φούρνους, που πολλές φορές είχαν μαζί πέντε δέκα αρνιά κι άλλων γειτόνων, τους άνοιγαν τη μέρα της Λαμπρής και μοσχοβολούσε ο τόπος από τη μυρωδιά των φουρνιστών.
Το βράδυ του Μεγάλου Σαββάτου στην Πρώτη Ανάσταση και μετά το «Χριστός Ανέστη», έξω στους αυλόγυρους των εκκλησιών έκαιαν ομοίωμα του Ιούδα, κρεμασμένου σε ψηλό κοντάρι. Το ίδιο βράδυ του Πάσχα παίρνουν το άγιο φως και με αναμμένες τις λαμπάδες κάνουν ένα σταυρό πάνω από τις εισόδους των σπιτιών.
Ανήμερα της Λαμπρής γιορτάζεται στο νησί και η Δεύτερη Ανάσταση με τον Εσπερινό του Πάσχα και την ανάγνωση του Ευαγγελίου σε ξένες γλώσσες. Στην πόλη της Κω με βυζαντινή μεγαλοπρέπεια ξεκινά από το Μητροπολιτικό Παρεκκλήσιο του Ευαγγελισμού για να καταλήξει στις δυο ενοριακές εκκλησιές του Αγίου Νικολάου και της Αγίας Παρασκευής η πομπή με επικεφαλής το Δεσπότη, τον Κλήρο, τα Εξαπτέρυγα και τα Λάβαρα, ενώ οι χοροί ψάλλουν χαρμόσυνα το πανηγυρικό «Αναστάσεως Ημέρα» και το «Χριστός Ανέστη» κάτω από τις κωδωνοκρουσίες και με αληθινό πανδαιμόνιο ομοβροντιών από αυτοσχέδια βαρελότα και κροτίδες κάθε τύπου. Στα χρόνια της οθωμανοκρατίας χρησιμοποιούσαν ακόμη και τουφέκια, καραμπίνες, τρομπόνια κλπ. Την τελευταία τριακονταετία καθιερώθηκε να ψάλλεται στην Αγία Παρασκευή από το χορό των Ιεροψαλτών το Ομηρικό Ευαγγέλιο της Ανάστασης σε ιαμβικό εξάμετρο. Τη Δευτέρα του Πάσχα γινόταν παλαιότερα στον Ασώματο του Ασφενδιού και στο Πυλί η γιορτή της «Αφάλλειας» ή «αφφαλλίας», απομεινάρι των αρχαίων «Φαλλείων» (συμβολικής γιορτής προς τιμή του Βάκχου ή της γονιμότητας της γης) με γλέντι τρικούβερτο και χορό που κράταγε ως αργά το βράδυ.
Στις 23 Απριλίου, που γιορτάζει ο Άη Γιώργης, γίνεται ιδιαίτερα στο Πυλί μεγάλο πανηγύρι. Μετά τη λειτουργία αρχίζουν οι Ιπποδρομίες, ένα πανάρχαιο έθιμο του νησιού, που πιθανόν να έχει τις ρίζες του από το γνωστό σ’ εμάς Δήμο των Ιππιωτών, όπου λέγεται ότι εκτρέφονταν άριστα άλογα για τις ιπποδρομίες των ελληνορωμαϊκών χρόνων. Εννιά ή δώδεκα καβαλάρηδες ξυπόλυτοι και ξεσκούφωτοι ιππεύουν τ’ άλογά τους χωρίς σέλλα και χαλινάρι και τρέχουν από τρεις κάθε φορά γύρω στα δυο χιλιόμετρα, φθάνοντας στο τέρμα που είναι η εκκλησιά του Άη Γιώργη. Στο μέτωπο του αλόγου, που έρχεται πρώτο στην κάθε τριάδα, σπουν ένα ωμό αυγό. Αφού τρέξουν όλες οι τριάδες, ξεχωρίζουν τα άλογα που ήρθαν πρώτα, για να τρέξουν και πάλι στον τελικό. Στο άλογο που θα νικήσει, η επιτροπή της εκκλησιάς δίνει ένα χρηματικό βραβείο. Το ίδιο έθιμο της ιπποδρομίας γινόταν επίσης και στον Άη Γιώργη του Μακρή στην Καρδάμενα.
Την Παρασκευή της Διακαινησίμου, γιορτή της Ζωοδόχου Πηγής, γιορτάζει στη Χώρα της Κω το ξωκλήσι της Παναγιάς της Τσουκαλαριάς, όπου γίνεται γλέντι, ενώ στα χωριά τα παλληκάρια και οι κοπέλες συγκεντρώνονται σε φιλικό σπίτι και διασκεδάζουν με «ρεφενέ». Το ανδρόγυνο του σπιτιού που θα τους δεχτεί, πρέπει να είναι νιόπαντρο. Ο καθένας από την παρέα παίρνει κάτι φαγώσιμο, κρασί, ρακί κ.α. Αφού φάνε, προσκαλούν τους οργανοπαίχτες με τα βιολιά και τα λαούτα και διασκεδάζουν. Πανηγύρι γινόταν ακόμη και στη Ζωοδόχο Πηγή της Κεφάλου.
Β.Χατζηβασιλείου
Ιστορία της νήσου Κω, 1990