ΘΕΜΑΤΑ

ΑΝΤΙΤΗΛΟΣ1 ΑΡΚΟΙ2 ΑΡΚΟΝΗΣΟΣ3 ΑΡΜΑΘΙΑ1 ΑΣΤΑΚΙΔΑ1 ΑΣΤΥΠΑΛΑΙΑ9 ΑΥΓΟ1 ΓΑΔΑΡΟΣ6 ΓΑΙΑ3347 ΓΛΑΡΟΣ1 ΓΥΑΛΙ28 ΔΙΒΟΥΝΙΑ2 ΔΟΛΙΧΗ1 ΕΛΛΑΔΑ1318 ΖΑΦΟΡΑΣ ΜΑΚΡΥΣ1 ΙΑΣΟΣ4 ΙΜΙΑ2 ΚΑΛΑΒΡΟΣ1 ΚΑΛΑΜΑΡΙΑ2 ΚΑΛΟΓΕΡΟΣ1 ΚΑΛΟΛΙΜΝΟΣ2 ΚΑΛΥΜΝΟΣ153 ΚΑΜΗΛΟΝΗΣΙ2 ΚΑΝΔΕΛΙΟΥΣΑ3 ΚΑΡΠΑΘΟΣ13 ΚΑΣΟΣ8 ΚΑΣΤΕΛΛΟΡΙΖΟ20 ΚΑΣΤΡΙ1 ΚΕΔΡΕΑΙ[SEDIR]1 ΚΕΡΑΜΟΣ1 ΚΙΝΑΡΟΣ1 ΚΝΙΔΟΣ25 ΚΟΛΟΦΩΝΑΣ1 ΚΟΥΝΕΛΙ1 ΚΡΕΒΑΤΙΑ1 ΚΩΣ2051 ΛΕΒΙΘΑ3 ΛΕΙΨΟΙ6 ΛΕΠΙΔΑ1 ΛΕΡΟΣ31 ΛΕΣΒΟΣ1 ΛΥΤΡΑ1 ΜΥΝΔΟΣ1 ΝΕΚΡΟΘΗΚΗ1 ΝΕΡΟΝΗΣΙ1 ΝΗΠΟΥΡΙ1 ΝΗΣΟΣ1 ΝΙΜΟΣ1 ΝΙΣΥΡΟΣ180 ΞΕΝΑΓΟΡΑ ΝΗΣΟΙ1 ΟΦΙΔΟΥΣΑ1 ΠΑ.ΦΩ.ΚΩ43 ΠΑΤΜΟΣ29 ΠΑΧΕΙΑ6 ΠΕΝΤΙΚΟΝΗΣΙΑ1 ΠΕΤΡΟΚΑΡΑΒΟ1 ΠΙΑΤΑ1 ΠΙΤΤΑ1 ΠΛΑΤΕΙΑ1 ΠΛΑΤΗ2 ΠΟΝΤΙΚΟΥΣΑ1 ΠΡΑΣΟ1 ΠΡΑΣΟΝΗΣΙ1 ΠΡΑΣΟΝΗΣΙΑ1 ΠΡΑΣΟΥΔΑ ΚΑΤΩ1 ΠΥΡΓΟΥΣΑ5 ΡΟΔΟΣ126 ΡΩ1 ΣΑΒΟΥΡΑ1 ΣΑΜΟΣ13 ΣΑΝΤΟΡΙΝΗ57 ΣΑΡΑΚΙ1 ΣΑΡΙΑ1 ΣΕΣΚΛΙ1 ΣΟΧΑΣ1 ΣΤΡΟΒΙΛΟΣ1 ΣΤΡΟΓΓΥΛΗ[ΑΓΑΘΟΝΗΣΙΟΥ]1 ΣΤΡΟΓΓΥΛΗ[ΜΕΓΙΣΤΗΣ]1 ΣΤΡΟΓΓΥΛΗ[ΝΙΣΥΡΟΥ]3 ΣΥΜΗ38 ΣΥΡΝΑ4 ΣΦΥΡΝΑ1 ΤΕΛΕΝΔΟΣ1 ΤΕΡΜΕΡΑ1 ΤΗΛΟΣ28 ΤΡΑΓΟΝΕΡΑ1 ΤΡΑΓΟΥΣΑ1 ΤΣΟΥΚΑ1 ΦΑΡΜΑΚΟΝΗΣΙ2 ΧΑΛΚΗ15 ΨΕΡΙΜΟΣ22
Εμφάνιση περισσότερων




ΠΑΡΕΜΒΑΣΗ ΤΟΥ ΑΧΙΛΛΕΑ Γ.ΚΟΥΤΣΟΥΡΑΔΗ ΣΤΗ ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ ΣΤΙΣ  10 ΑΥΓΟΥΣΤΟΥ 2022 ΤΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥ ΤΟΥ ΤΙΜΟΛΕΟΝΤΑ ΚΟΥΤΣΟΥΡΑΔΗ, « ΤΟ ΧΡΟΝΙΚΟ ΤΗΣ ΔΙΚΗΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΕΚΤΕΛΕΣΗΣ ΤΩΝ ΕΞΗ» ΑΠΟ ΤΟΝ ΕΠΙΤΙΜΟ ΑΝΤΙΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ κ. ΘΑΝΑΣΗ ΚΑΤΣΙΡΩΔΗ 

Σεβασμιότατε, Κύριε Έπαρχε, Κύριε  Δήμαρχε ,Κυρίες και Κύριοι,

Για την  κατάσταση, που προέκυψε μετά την μεγαλύτερη στον 20ο αιώνα στρατιωτική και διπλωματική-πολιτική ήττα της Ελλάδος,  αρμόζει πλήρως η περιεκτική και συνάμα συγκλονιστική τελική πρόταση του ΘΟΥΚΥΔΙΔΗ στο 7ο βιβλίο της Ιστορίας του πελοποννησιακού πολέμου για την κατάληξη της σικελικής εκστρατείας ( 415-413 π.Χ), που τόσα Κοινά έχει με την μικρασιατική εκστρατεία  : ΟΥΔΕΝ ΕΣΤΙ Ο,ΤΙ  ΟΥΚ ΑΠΩΛΕΤΩ. 

Τα διπλωματικά και στρατηγικά λάθη μιας εξ αρχής αδιέξοδης  περιπέτειας, που υπηρέτησαν με ανταγωνισμό εθνικιστικών πλειοδοσιών και οι δύο αστικές ελληνικές πολιτικές παρατάξεις, αλλά και τα πολιτικά πάθη  μαζί  τελικά με τον «νομικό παραλογισμό» της δίκης των Έξη ορθότερα των Οκτώ (και της εκτέλεσης των Έξη από αυτούς) οδήγησαν στο να χαρακτηριστούν στρατιωτικοί και πολιτικοί ως εθνικοί προδότες και χρειάστηκε να ασχοληθεί ο Άρειος  Πάγος πολλές Δεκαετίες αργότερα, με τρεις αποφάσεις του (AΠ 1533/2009 Ζ Τμήμα, 2/2010-Ολομέλεια,1675 / 2010 Ζ Τμήμα, με άλλη σύνθεση)  , για να άρει το άγος της εθνικής προδοσίας που βάρυνε τους έξη καταδικασθέντες και εκτελεσθέντες  ,αλλά και τους απογόνους τους ,όπως προέκυψε από την αίτηση αναψηλάφησης της δίκης τους από τον εγγονό εκτελεσθέντα  πρώην  πρωθυπουργού, εν μέρει όμως, όπως υποστηρίζω . Με βάση το Διατακτικό της υπ αριθμ. 1675 / 2010   αποφάσεως του Ζ ποινικού Τμήματος, ΑΚΥΡΩΝΕΤΑΙ   η απόφαση του Εκτάκτου Επαναστατικού Στρατοδικείου Αθηνών   αλλά και  ΠΑΥΕΙ  ΟΡΙΣΤΙΚΑ, λόγω παραγραφής, (άρα έμμεση αναγνώριση της ενοχής, που απλά υπέκυψε στη βλαπτική επίδραση του Χρόνου?) η ποινική δίωξη κατά των καταδικασθέντων με την ως άνω απόφαση , Δημητρίου Γούναρη, Νικολάου Στράτου, Πέτρου Πρωτοπαπαδάκη (παππού του αιτήσαντος την επανάληψη της δίκης ), Νικολάου Θεοτόκη, Γεωργίου Χατζηανέστη και  Γεωργίου Μπαλτατζή (εις θάνατον) και των  Ξενοφώντα Στρατηγού και Μιχαήλ Γούδα (Σε ισόβια κάθειρξη)   

Χαίρω που απόψε το Λύκειο των Ελληνίδων της Κω, και ο Προλαλήσας Αντιεισαγγελεύς του Α.Π   μου παρέχουν  την ευκαιρία να παρουσιάσω δημόσια τις σκέψεις μου στα δύο επάλληλα ερωτήματα:

Πρώτο: αν η «δίκη των έξη – των οκτώ» ,όπως προανέφερα,  ενώπιον του αποκληθέντος, με διάταγμα της λεγόμενης «Επαναστατικής Επιτροπής»  Εκτάκτου Επαναστατικού Στρατοδικείου Αθηνών, πριν από 100 παραλίγο χρόνια ,που διεξήχθη από τις 31 Οκτωβρίου έως τις 15 Νοεμβρίου 1922 στην ειδικά διαρρυθμισμένη αίθουσα συνεδριάσεων της Παλαιάς Βουλής ,και  η άμεση εκτέλεση στη συνέχεια των έξη από αυτούς  ,ήταν η τιμωρία ενός διαπραχθέντος εγκλήματος ή αν η Δίκη ήταν  per se το έγκλημα, που διαπράχθηκε  με την μορφή της δικαστικής διαδικασίας και εις θάνατον καταδίκης έξι  φυσικών προσώπων, φορέων ανωτάτων πολιτικών  και στρατιωτικών αξιωμάτων .

Δεύτερο:, Αν πρόκειται για «δίκη» με εισαγωγικά που παραπέμπει σε παρωδία ενός θεσμού-πολιτικό θέατρο, ή σε δίκη με( ?) (ερωτηματικό), που σημαίνει  ότι η δίκη έφερε  τα Χαρακτηριστικά  συντεταγμένης απονομής Δικαιοσύνη που εγγυώνται το αμερόληπτο της κρίσης του δικαστηρίου, δηλαδή κρίση  από  προϋπάρχοντα ανεξάρτητο  Τρίτο-Δικαστή (Φυσικό δικαστή) ,που θα έκρινε με βάση, προγενέστερους της δίκης  ισχύοντες δίκαιους δικονομικούς (διαδικαστικούς) και ουσιαστικού (ποινικής υφής)  κανόνες. Με την από 15 Νοεμβρίου 1922 ανέκκλητη απόφαση  του   Εκτάκτου Επαναστατικού Στρατοδικείου Αθηνών, δόθηκε  η (τάχα) «αμερόληπτη δικαστική» απάντηση στο σύνθημα «Θάνατος στους προδότες», που ακουγόταν σταθερά μετά την είδηση και κυρίως μετά  την  πικρότατη γεύση των συνεπειών της  πρωτοφανούς σε έκταση  στρατιωτικής  και πολιτικής μας ήττας. ,επιβαρυμένης από σωρεία λανθασμένων πολιτικών χειρισμών με τεράστιο κόστος σε ανθρώπινες ζωές οπωσδήποτε ,όπως π.χ  με  τον  αποκληθέντα  «νόμο περί διαβατηρίων» ( αρ.2870/1922,τεύχος  Α του  ΦΕΚ της 20 Ιουλίου 1922) ,με τον οποίο τέθηκαν προληπτικά μάλιστα, νομικά εμπόδια για την έγκαιρη μεταφορά του ελληνικού πληθυσμού της Μικράς Ασίας στην Ελλάδα. Στις 17 Αυγούστου 1922, όταν είχε αρχίσει ουσιαστικά  η κατάρρευση του μετώπου, ο Ύπατος Αρμοστής Σμύρνης Αριστείδης Στεργιάδης έστειλε τηλεγράφημα στην κυβέρνηση των Αθηνών: «Αποστείλατε τάχιστα πλοία προς παραλαβήν στρατού μετά υλικού πολέμου και του πληθυσμού». Την επόμενη μέρα ο  Δ. Γούναρης του απάντησε: « Αποφύγετε δημιουργία προσφυγικού ζητήματος» (εφημερίδα ΠΑΤΡΙΣ, φύλλα από 5 έως 13 Ιανουαρίου 1930) .Ο νόμος περί διαβατηρίων εντάσσεται λοιπόν στις ενέργειες της κυβέρνησης Πέτρου  Πρωτοπαπαδάκη, να εμποδίσει την έγκαιρη και συντεταγμένη μετακίνηση του ελληνικού-μικρασιατικού  πληθυσμού προς την ελεύθερη Ελλάδα, για την προστασία του οποίου  όμως λήφθηκε   η πολιτική και στρατηγική απόφαση της εμπλοκής της χώρας στη μικρασιατική περιπέτεια το 1919.Λογοδοσία για την νομοθετική εκείνη πρωτοβουλία δεν ζητήθηκε ποτέ, ούτε περιλήφθηκε σχετική έστω αναφορά στο Κατηγορητήριο κατά των οκτώ παραπεφθέντων το 1922,Πολιτικών και Στρατιωτικών, ίσως γιατί δεν αποτελούσε strictο sensu  πράξη εσχάτης προδοσίας !

(Με το αρθρ.1 του νόμου εκείνου ,που έφερε την υπογραφή του Δημητρίου Γούναρη ,ως υπουργού Δικαιοσύνης, απαγορεύονταν η δια πλοίου μεταφορά στην Ελλάδα, προσώπων ομαδόν αφικνουμένων, χωρίς να είναι εφοδιασμένα με διαβατήρια ή άλλα νόμιμα έγγραφα ,με απειλή, σε βάρος (ευτυχώς μόνο) του πλοιάρχου, πλοιοκτήτη, πράκτορα ή μέλους του πληρώματος , φυλακίσεως τουλάχιστον έξη μηνών, επιβολής χρηματικής ποινής και άλλων παρεπόμενων ποινών), για πολιτικούς λόγους Εδώ επισημαίνω  μια αξιοσημείωτη χρονική σύμπτωση γεγονότων. Στις 10 Ιουνίου 2022,εκατό χρόνια αργότερα, δημοσιεύτηκε ο Ν.4939,που αφορά την κωδικοποίηση της νομοθεσίας για την υποδοχή, προστασία κλπ. μαζικής εισροής πολιτών τρίτων χωρών στην Ελλάδα .Απλά  επισημαίνεται μια σύμπτωση!

Εξειδικεύσεις:

Α)Η πολιτική σκοπιμότητα-δικαιολογία της δίκης των έξη.

Με την εκτέλεση των έξη σίγουρα (ίσως δε και την καταδίκη σε ισόβια των υπόλοιπων δύο από τους οκτώ τελικά Παραπεφθέντες)  ικανοποιήθηκε η απαίτηση και όλων εκείνων (το περί δικαίου αίσθημα θα λέγαμε στις ημέρες μας) που σε μια  ογκώδη διαδήλωση 100.000 ανθρώπων στην Πλατεία Συντάγματος στις 9 Οκτωβρίου ζητούσε την εκτέλεση  των  υπευθύνων της  εθνικής τραγωδίας. Άλλο θέμα βέβαια είναι   ότι  πολλοί από αυτούς ίσως και να ανήκαν σε εκείνους   που με Βάϊους και Κλάδους δύο χρόνια πριν, μετά τις εκλογές του Νοεμβρίου του 1920 και την παλινόρθωση του βασιλέως Κωνσταντίνου νωρίτερα, έφεραν με «δημοκρατικές διαδικασίες» στη εξουσία τους  τελικούς υπαιτίους της μικρασιατικής καταστροφής ! Ο  πάντα επίκαιρος ΘΟΥΚΥΔΙΔΗΣ γράφει ειρωνικά στην   αρχή του 8ου βιβλίου της Ιστορίας  του: Όταν αι εκ Σικελίας ειδήσεις έφτασαν εις τας Αθήνας, επί πολύ χρόνον εδυσπίστουν εις το μεγεθος της πανωλεθρίας….αλλά όταν εβεβαιώθησαν πάντες περί τούτων, εμαινοντο κατά των ρητόρων οι οποίοι τους είχαν εξωθήσει εις την εκστρατεία, ως να μην την είχαν ψηφίσει οι ίδιοι…». 

Η ιστορία ,αγαπητές και αγαπητοί  Φίλοι και συμπατριώτες , απλά επαναλαμβάνεται αδυσώπητα, όπως καταγράφεται  ήδη  στην Παλαιά Διαθήκη (ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΗΣ Ι,9) : «Ποίον είναι αυτό που έχει ήδη γίνει εν τη ροή του χρόνου; Αυτό το γεγονός θα γίνη και στο μέλλον. Ποιό είναι αυτό, που έχει πραγματοποιηθεί και λάβει ύπαρξιν; Αυτό θα πραγματοποιηθή και στο μέλλον. Τίποτε το νέον δεν υπάρχει κάτω από τον ήλιον.».

Με την (πολιτική) επιλογή της διεξαγωγής της συγκεκριμένης  δίκης? του 1922 ,δεν νομιμοποιήθηκε μόνο  μια προειλημμένη εξωδικαστικά απόφαση φυσικής εξόντωσης των έξη  τουλάχιστον,, αλλά νομιμοποιήθηκε ευρύτερα και το επαναστατικό- πραξικοπηματικό, κατ ουσία,  καθεστώς ,πως σέβεται τους νόμους και τους εφαρμόζει προς πάσα κατεύθυνση με αυστηρότητα τηρώντας την τυπική νομιμότητα. Η Δίκη έδωσε την δυνατότητα που επιζητούσε η Επανάσταση των αξιωματικών για  μια ευρύτερη νομιμοποίηση, πέραν αυτής που της παρείχε ο βασιλεύς Γεώργιος ο Β, ως αρχηγός του κράτους,  ενώ ενισχύθηκε ,η de facto επικράτηση της στο Εσωτερικό και η αναγνώριση από τις ξένες δυνάμεις, ιδίως δε την Αγγλία, χωρίς μάλιστα να αποδεικνύεται ότι υποκύπτει σε πιέσεις. Η αποκατάσταση του κύρους του κράτους και της εύρυθμης λειτουργίας της δημόσιας διοίκησης έρχονται ωσαύτως ως πειστικές συνοδευτικές δικαιολογίες, για την δίκη και τα προδιαγεγραμμένα αποτελέσματά της. Με άλλα λόγια το συμφέρον του κράτους (La raison d’etat κατά τον καρδινάλιο Ρισελιέ, που την πρώτο- χρησιμοποίησε, αν και ανατρέχει ήδη στον Μακιαβέλι  ) στάθηκε, όπως συχνότατα συμβαίνει, πάνω από το κράτος Δικαίου(Rule of Law) και ηθικών Αρχών-αξιών ,επιβεβαιώνοντας το ρωμαϊκό Ρητό:Salus  patriae suprema lex esto. (Η σωτηρία της πατρίδας, ας είναι ο υπέρτατος νόμος) Την άποψη αυτή επαληθεύουν τα λόγια του πλέον ένθερμου διώκτη των Καταδικασθέντων, Θεόδωρου Πάγκαλου, μερικά χρόνια αργότερα: «Δεν παραδέχομαι ότι διέπραξαν συνειδητήν προδοσίαν… αλλά υπήρξαν μοιραία και αναγκαία θύματα εις τον βωμόν της Πατρίδος”. Πέραν από την εκτόνωση της λαϊκής οργής, την νομιμοποίηση της επανάστασης  , την ικανοποίηση του σώματος των (κατώτερων κυρίως) αξιωματικών, συνεπώς και την αποκατάσταση της πειθαρχίας στο στράτευμα και στη εύρυθμη λειτουργία της δημόσιας διοίκησης, η μομφή της εσχάτης προδοσίας ήταν η απαραίτητη νομική πλαισίωση της απόσεισης ευθυνών μέσω της θεωρίας  περί «πισώπλατου κτυπήματος με στιλέττο» από τα μετόπισθεν. Η εκδοχή αυτή είχε ήδη κυριαρχήσει ως εθνικός μύθος στη βαϊμαρική Γερμανία(Dolchstosslegende), που, εν όψει της ήττας στον πρώτο παγκόσμιο πόλεμο, προσπάθησε να δικαιολογήσει τη ήττα, συνδυάζοντας το αήττητο του γερμανικού στρατού στο πεδίο της μάχης με το πισώπλατα κτύπημα στα μετόπισθεν εκ μέρους των Εβραίων, των Κομμουνιστών  και των Συνδικαλιστών, που υποκινούσαν απεργίες στη πολεμική κυρίως βιομηχανία. Η ιδέα (του Γ.Παπανδρέου, προφανώς επηρεασμένη από όσα κυκλοφορούσαν τότε στην Γερμανία) πώς δεν νικήθηκε ο στρατός μας στη Μικρά Ασία, αλλά η πολιτική ηγεσία στην Αθήνα, διαφύλασσε το κύρος του στρατεύματος και την εθνική υπερηφάνεια, προσφέροντας μια δικαιολογία για την καταστροφή, που απαιτούσε όμως μια πειστική  συνοδευτική επιχειρηματολογία, που τελικά την πρόσφερε η μομφή της εσχάτης προδοσίας και της ηθικής αυτουργίας σε άλλες αξιόποινες πράξεις( ηθική αυτουργία στην  παράδοση προς τον εχθρό μεγάλων τμημάτων στρατού ,πολεμικού υλικού και εθνικού εδάφους ) της μετανοεμβριανής κυβέρνησης και η «απόδειξη» της ενοχής ,μέσω της δίκης και της εκτέλεσης των εξ από τους οκτώ Παραπεμφθέντες στο έκτακτο στρατοδικείο .

.Η «παραδειγματική» τιμωρία των «εχθρών της Πατρίδος» επιτεύχθηκε μέσω της τήρησης μιας «διαδικασίας» που ,με πολιτικούς όρους επιλέχτηκε από το προελθόν από ένα κλασσικό στρατιωτικό πραξικόπημα (coup d’ etat,) αντισυνταγματικό οπωσδήποτε,  καθεστώς της (αυτό) αποκληθείσας  «Επανάστασης του 1922». Οι αδιάλλακτοι στον εξεγερθέντα, αλλά προηγουμένως ηττηθέντα σε τακτικό επίπεδο στο πεδίο της μάχης ,στρατό (Πάγκαλος, Οθωναίος, Χατζηκυριάκος), αλλά και ο πολιτικός Αλέξανδρος Παπαναστασίου, απαιτούσαν άμεσα εκτελέσεις. Οι μετριοπαθείς Στρατιωτικοί (Πλαστήρας, Δαγκλής, Γονατάς), πρότειναν την παραπομπή σε  κανονική δίκη, όπως και οι μεγάλες Δυνάμεις της Ευρώπης, που ζητούσαν από τον N.Πλαστήρα να αποφύγει τις βεβιασμένες ενέργειες και τις συνοπτικές διαδικασίες. Τελικά, οι δύο πλευρές συμβιβάστηκαν και αποφασίστηκε η ίδρυση ad hoc εκτάκτου στρατοδικείου, που από τη φύση του δεν παρέχει in concerto τα εχέγγυα για μια δίκαιη δίκη. Σε σημειολογικό επίπεδο δεν προτιμήθηκε η διεξαγωγή της δίκης από την εθνοσυνέλευση (που ίσως να προσέδιδε μεγαλύτερη και δημοκρατικότερη νομιμοφάνεια, αλλά ενείχε τον κίνδυνο της αδυναμίας ελέγχου του  εξωδικαστικά προαποφασισθέντος αποτελέσματος) αλλά από ειδικό επί τούτου  δικαστήριο και μάλιστα με τον τίτλο του στρατοδικείου, που προδιαθέτει (και ψυχολογικά προετοιμάζει το κοινό) για την αυστηρότητα του ,ενώ ίσως για να συνδυαστούν τα πράγματα, προτιμήθηκε να λάβει χώρα η διαδικασία, όχι εντός στρατοπέδου αλλά στο χώρο του κοινοβουλίου (της παλιάς βουλής) στο κέντρο της Αθήνας. 


Β)Η «δικονομική» επένδυση της συγκεκριμένης  Δίκης.

Η  συγκεκριμένη διαδικασία, βαρύνεται  κυρίως με  την βάναυση καταπάτηση της θεμελιώδους σε κάθε κράτος δικαίου Αρχής του φυσικού δικαστή με την απόρριψη της ένστασης από τον εγκρατή Νομικό Δημήτριο Γούναρη , περί αναρμοδιότητας του επαναστατικού Στρατοδικείου , το οποίο ιδρύθηκε με το αρθρ.1 του ad hoc  Διατάγματος της πενταμελούς επαναστατικής επιτροπής (Σ.Γονατάς, Ν.Πλαστήρας, Λ.Σακελλαρόπουλος, Α.Γέροντας. Α.Χατζηκυριάκου) «Περί συστάσεως και λειτουργίας εκτάκτου στρατοδικείου προς εκδίκασιν των κατά των υπαιτίων της εθνικής καταστροφής κατηγοριών» .(ΦΕΚ Α 199/13-10-1922), προκαταλαμβάνοντας ήδη από τον τίτλο του, την τραγική συνέχεια, συνοδευόμενη με το  δίκαιο αίτημα να δικασθούν, σύμφωνα προς το Σύνταγμα, από το προβλεπόμενο από τα Σύνταγμα Ειδικό Δικαστήριο κατ' εφαρμογή του νόμου περί ευθύνης Υπουργών. Δεύτερη καταπάτηση της αρχής του φυσικού δικαστή ,εντοπίζεται στη ευθύνη για τον διορισμό των μελών του δικαστηρίου ,που είχε ανατεθεί «εν λευκώ», σύμφωνα με το άρθρ 2 του  ανωτέρω διατάγματος στον υπουργό των στρατιωτικών, όπου η επιλογή έγινε με αρνητικό κριτήριο ,ανομολόγητο, την μετριοπάθεια και  θετικό την πίστη και δέσμευσή τους  στις πολιτικές επιλογές της επαναστατικής επιτροπής. Ουσιαστικά επρόκειτο όχι για αμερόληπτους κριτές αλλά για ένστολους αντιπάλους των κατηγορουμένων ,εκτελεστές εντολών. Όπως χαρακτηριστικά ομολογήθηκε αργότερα από τον Θεόδωρο Πάγκαλο : Η απόφαση του τυφεκισμού ελήφθη από την επανάστασιν!

 Η επακολουθήσασα δίκη δεν υπήρξε  δικονομικά δίκαιη, με την έννοια ότι παρακάμφθηκαν από το προαναφερθέν διάταγμα που εφαρμόστηκε από τους Δικαστές,   θεμελιώδεις για το κύρος και την αποδοχή της απόφασης του, διαδικαστικές εγγυήσεις ,όπως για το αμερόληπτο της δράσης και κρίσης του δικαστή ,για την συλλογή και αξιοποίηση του αποδεικτικού υλικού, για τα δικαιώματα του κατηγορουμένου και της υπεράσπισης του, τέλος δε, για την έλλειψη εξειδίκευσης των αποδιδομένων κατηγοριών ανά κατηγορούμενο με φερόμενο ως συντάκτη του κατηγορητηρίου τον Γεώργιο Παπανδρέου («Κατηγορείστε ΟΛΟΙ  ότι ..εκουσίως και εκ προθέσεως υποστηρίξατε την εισβολή ξένων στρατευμάτων ,ήτοι του τουρκικού εθνικιστικού στρατού εις την επικράτεια του βασιλείου..»), για τον αποκλεισμό άσκησης ενδίκων μέσων κατά της εκδοθεισόμενης αποφάσεως(εφέσεως,αναιρεσεως-αρθρ.20),για αποκλεισμού του δικαιώματος εξαίρεσης μαρτύρων(αρθρ.12),για πρόβλεψη ποινών ex post,κατά παράβαση στοιχειωδών συνταγματικών αρχών (αρθρ18 Ι= Εισαγωγή της ποινής της ισοβίου καθείρξεως). κ.α. Στη διάρκεια της ακροαματικής διαδικασίας ,η εμπάθεια και προκατάληψη των δικαστών δεν αποκρύβονταν, εκδηλωμένη με ποικίλες μεροληπτικές-προσβλητικές ενέργειες τους ,ενώ οι κατηγορούμενοι ενίοτε αποβάλλονταν της αίθουσας «δι’ ασέβειαν προς το δικαστήριον» και διατάσσονταν η σύλληψη τους από τον φρούραρχο. Έτσι συνέβη με τον κατηγορούμενο Ξενοφώντα Στρατηγό, ενώ στερήθηκαν οι κατηγορούμενοι  του δικαιώματος να χρησιμοποιήσουν προς υπεράσπισή τους διπλωματικά έγγραφα «ίνα μη έλθουν εις την δημοσιότητα απόρρητα του κράτους». Χαρακτηριστική δικονομική παρατυπία υπήρξε η τύχη του αιτήματος του Δημητρίου Γούναρη περί  αναβολής της δίκης, που  ασθένησε σοβαρά από τύφο και μεταφέρθηκε σε ιδιωτική κλινική, το οποίο απορρίφθηκε και έτσι δικαζόταν ωσεί παρών κατά το άρθρ.10 του προαναφερθέντος  διατάγματος της επαναστατικής επιτροπής.

Γ)Η Δίκη των αντιπάλων (γενικά) ως πολιτικό εργαλείο. 

Η  «εκκαθάριση» των ηττημένων δεν χρειάζεται να περιβληθεί πάντοτε τον μανδύα «δικαστικής απόφασης». Πρόκειται για πολιτικό θέμα επιλογής της μεθόδου εκμηδένισης των αντιπάλων  . Οι Έξη ( ίσως μάλιστα και περισσότεροι) θα μπορούσαν να εκτελεστούν χωρίς  δίκη από  «αγανακτισμένους» στρατιωτικούς (όπως άλλωστε απειλούσαν), να σκηνοθετηθεί απόδραση και θανατηφόρα καταδίωξη τους ,ή να αποδοθούν στη «λαϊκή δικαιοσύνη για να τους κρίνει όπως έγινε στην άλλη πλευρά του Αιγαίου με τον εθνομάρτυρα μητροπολίτη Σμύρνης Χρυσόστομο ,που λίγους μήνες νωρίτερα , δεν παραπέμφθηκε σε δίκη, αν  και υπήρχε το θεσμικό πλαίσιο ήδη από το 1921,των διαβόητων από την περίπτωση της Αμάσειας ,«δικαστηρίων της ανεξαρτησίας» .Η κατηγορία θα ήταν ή ιδία (εσχάτη προδοσία-αντιτουρκική δράση) όμως ο μητροπολίτης Χρυσόστομος δεν «διευκόλυνε» τα πράγματα με την φυγή του από την Σμύρνη (όπως ο μητροπολίτης των Αρμενίων της πόλης), όπως του υποδείχτηκε και το κεμαλικό καθεστώς δεν θα ήθελε σε καμιά περίπτωση να παραπεμφθεί σε «δίκη»  ένας υψηλόβαθμος χριστιανός Ιερωμένος ,αναλογιζόμενο τις διεθνείς παρενέργειες μιας τέτοιας μεθόδευσης την στιγμή που αναζητούσε διεθνή ερείσματα και αναγνώριση. Την «βρώμικη» δουλειά, ανέλαβαν, με πολιτική απόφαση (λέγεται ότι το μέλλον του Χρυσοστόμου είχε συζητηθεί και προκαθοριστεί πολύ πριν την κατάληψη της Σμύρνης), οι λεγόμενες ήδη από τον Gustave le Bon «εγκληματικές μάζες», που έδρασαν κατά κόρο στα ταραγμένα χρόνια της γαλλικής επανάστασης, με θέση σε κίνηση του κατάλληλου ψυχολογικού μηχανισμού: Υπακοή σε μια υποβολή, που είναι τόσο ισχυρότερη όσο γίνεται ομαδικότερα, δημιουργία πεποίθησης στους δολοφόνους ότι διαπράττουν θεάρεστη, εθνικά επιβαλλόμενη πράξη και πεποίθηση ότι υπάρχει η ομόφωνη επιδοκιμασία των συμπολιτών. Εδώ τίθεται γενικότερα το ερώτημα γιατί να χρειάζονται, διαχρονικά, οι νικητές (σε στρατιωτικό ή και σε πολιτικό επίπεδο) «δίκες» στις όποιες να παραπέμπουν τους ηττημένους ή ασθενέστερους αντιπάλους τους ,όταν είναι περίπου βέβαιο πως αυτή δεν θα είναι δίκαιη ,αλλά «άνομη»(unfair trial) για να επακολουθήσει συνήθως  post mortem η  αποκατάσταση, είτε με την μορφή νομοθετικής πράξης είτε με πολιτική απόφαση-δήλωση είτε ακόμη με νεότερη δικαστική κρίση, όπως σήμερα με την απόφαση του Α.Π υπ αριθμ. 1675 / 2010    ?Σε καθαρά φιλοσοφικό-ιστορικό επίπεδο την απάντηση την έδωσε πολλές Δεκαετίες αργότερα ένας μεγάλος στοχαστής του 20ου αιώνα, ο γερμανός φιλόσοφος και κοινωνιολόγος Niklas Luhmann, στο κλασσικό έργο του,: Νομιμοποίηση μέσω διαδικασίας. Οι συμμετέχοντες, γράφει ο Luhmann , εμπλέκονται στη διαδικασία με συγκεκριμένους ρόλους. Ιδίως οι κατηγορούμενοι, με την φυσική παρουσία τους ,την παράσταση δικηγόρων υπεράσπισης  ,την υποβολή ενστάσεων και κυρίως θα έλεγε κανείς την απολογία τους( όπως κυρίως ο Δημήτριος Γούναρης, ενώ άλλοι μη αναγνωρίζοντας δικαστική αρμοδιότητα ,δεν απολογήθηκαν στη συγκεκριμένη δίκη ,όπως ο Μιχαήλ Γούδας ), προσφέρουν μια καλοδεχούμενη νομιμοφάνεια στη προειλημμένη απόφαση, ακόμη και αν, όπως στη συγκεκριμένη δίκη, δεν υπήρξαν  εξαναγκασθείσες ομολογίες ενοχής και πολιτική εκμετάλλευση τους  ,διαδικαστικό μέσο πάντως ιδιαίτερα προσφιλές, ως βασίλισσα των αποδείξεων (regina probationum),στις σταλινικές  παρωδίες δικών του Μεσοπολέμου και στις πρώτες μεταπολεμικές Δεκαετίες,  όπου σκοπός δεν ήταν μόνο η  πολιτική εκμηδένιση και φυσική εξόντωση των αντιπάλων ,αλλά ταυτόχρονα και ο δημόσιος εξευτελισμός τους  και η συναφής προπαγανδιστική εκμετάλλευση και μετατροπή της διαδικασίας , μετά από κατάλληλη σκηνοθεσία. σε  δημόσιο θέαμα. Στο πλαίσιο της τήρησης λοιπόν διαδικασίας, εκτός της νομιμοποιητικής ,για αυτήν, συμμετοχής  των κατηγορουμένων-θυμάτων ,υπάρχει και μια ελεγχόμενη, θεσμοθετημένη με νομικούς κανόνες της ποινικής δικονομίας ,οιονεί σύγκρουση, ανάμεσα στη κατηγορούσα αρχή, τους κατηγορούμενος και τον δικαστή ,που συμβάλει και αυτή στη πρόσδοση επίφασης νομιμότητας. Η διαδικασία προσπαθεί  να πείσει , ότι καταβλήθηκε κάθε προσπαθεί για να διαγνωστεί η αλήθευα και να αποδοθεί, με βάση τους κανόνες δικαίου, βασικά προϋπάρχοντες της δίκης, η Δικαιοσύνη, απαλλάσσοντας τον δικαστή από τις απώτερες συνέπειες της απόφασης του, αφού αυτός την μετακυλύει στον νομοθέτη ,που θέσπισε τον κανόνα δικαίου, τον οπαίο αυτός απλά εφαρμόζει.Γράφει  πάλι σχετικά πάλι  ο Luhmann(ο.π.,149) : «Η σκηνή και η τελετουργία της διαδικασίας μετατρέπονται έτσι σε ένα κανόνα, αν όχι σε μια παγίδα για τους συμμετέχοντες, οι οποίοι δεν θέλουν να δεσμεύονται σε τέτοια έκταση. Εξάλλου η προσωπική τους συμπεριφορά μετατρέπεται σε ιστορία της διαδικασίας…Συχνά η συμπεριφορά αυτή αποκρυσταλλώνεται σε μια γλώσσα, που δεν αποτελεί πια την γλώσσα του ομιλούντα ,αλλά της αστυνομίας ,του δικαστηρίου, του νόμου. Διατηρείται σε αναμνήσεις που δεν ανήκουν στον ομιλούντα και αποκτούν  στη συνέχεια της διαδικασίας την μορφή ενός αντικειμενικού-αποδεικτικού υλικού, με το οπαίο αυτός πρέπει να ταυτιστεί.».

Δ)Η μομφή της εσχάτης προδοσίας ,ως πολιτικό όπλο.

Ο πρώτος Εθνικός Διχασμός του 20ου αιώνα  έφερε στο προσκήνιο ,ως πολιτικό όπλο, την άθλια-αστήρικτη νομικά οπωσδήποτε κατηγορία της εσχάτης προδοσίας εναντίον του πολιτικού αντιπάλου που, τελικά, βάθαινε όλο και περισσότερο τα ρήγματα και οδηγούσε σε ακόμη μεγαλύτερο διχασμό ,που τελικά εκδηλώθηκε στη διάρκεια τη κατοχής(1941-1944) και μετά το τέλος του δεύτερου παγκόσμιου πολέμου(1944-1949). Τέτοια κατηγορία δεν αποδίδονταν εύκολα πριν το 1915. Μετά την έναρξη του πρώτου Εθνικού Διχασμού στη διάρκεια του εθνικοαπελευθερωτικού αγώνα του 1821, η μομφή της προδοσίας κυριολεκτικά στιγμάτισε την πολιτική ιστορία μας μέχρι και πολύ πρόσφατα και αποτέλεσε έναν παράγοντα που συντήρησε δυστυχώς  την πολιτική υπανάπτυξη του νεοελληνικού κράτους μας. Η επινόηση προδοτών εκεί όπου δεν υπάρχουν ,αναγράφεται στην τελευταία αρεοπαγιτική απόφαση 1675 / 2010 Ζ Τμήμα , αποτελεί απλοϊκή προσέγγιση και ερμηνεία των γεγονότων τα οποία είτε δεν κατανοούμε είτε δεν θέλουμε να κατανοήσουμε. Αφού υπάρχουν προδότες, αυτοί φταίνε για όλα. 'Έτσι παρακωλύεται η νηφάλια σκέψη και η επιστημονική προσέγγιση και ερμηνεία του ιστορικού γίγνεσθαι

Summa summarum:

Ουσιαστικά η διεξαγωγή της συγκεκριμένης δίκης αποφασίστηκε για να δώσει  νομικά προσχήματα στην ειλημμένη πολιτική απόφαση της επαναστατικής επιτροπής για τους προαναφερθέντες λόγους  ,ενώ η όλη διαδικασία πήρε τελικά  οιονεί τελετουργικό χαρακτήρα και ο ρόλος του δικαστηρίου υπήρξε μάλλον τυπικός και διεκπεραιωτκός. 

Εγώ προσωπικά, συντασσόμενος και με την τελική ετυμηγορία του Άρειου Πάγου, χαρακτηρίζω την δίκη των οκτώ, ως αληθή αλλά μη δικονομικά δίκαιη, εξυπηρετήσασα πολιτικές σκοπιμότητες της εποχής, που παραγνώρισαν  το κράτος Δικαίου, μιας ευνομούμενης Πολιτείας .Στη  κατεύθυνση, της αμφισβήτησης της δικονομικής Ορθότητας, κινείται και η δήλωση του Ελευθέριου Βενιζέλου, που περιλήφθηκε στο Σκεπτικό της αρεοπαγιτικής απόφασης αρ.1533/2009 : «Πέραν αυτών όμως ο Π1 ως πρωθυπουργός και έχων πλέον πλήρη, ακριβή και όχι περιορισμένη και βεβιασμένη πληροφόρηση περί των γεγονότων της  κατάρρευσης του μετώπου στη Μ. Ασία ρητά και πανηγυρικά δηλώνει ότι έγιναν σφάλματα κατά την διαδικασία και ενέργειες οι οποίες οδήγησαν σε "άνομη" δίκη με αποτέλεσμα να στερηθούν τη ζωή τους οι προαναφερόμενοι κατηγορούμενοι»

«Τις έπταισεν» όμως, για να επαναλάβω ,με  μετάθεση σε παρελθοντικό χρόνο, τον Χαρίλαο Τρικούπη) για την καταστροφή? 

 Στην ουσία υπάρχουν τρεις δικαιολογίες οι οποίες αντιστοιχούν περίπου στα τρία πολιτικά ρεύματα της εποχής εκείνης. 

Σύμφωνα με την  αντίληψη της Αριστεράς,  η μικρασιατική εκστρατεία ήταν μια ιμπεριαλιστική-ταξική υπόθεση και  εμείς αναλάβαμε υπεργολαβικά να κάνουμε τη δουλειά της Βρετανίας χάριν των δικών της συμφερόντων. Σημαντικό είναι ότι την άποψη αυτή αποδέχονταν περίπου και η τουρκική προπαγάνδα στις επιχειρήσεις ψυχολογικού πολέμου ,όπως προκύπτει από τα φυλλάδια, που έρριπταν τουρκικά αεροπλάνα, υπεριπτάμενα των Ελληνικών θέσεων  με τα οποία προέτρεπαν τους Έλληνες μαχητές να μην αγωνιστούν ,ένα από τα οποία θα είδατε στη έκθεση τεκμηρίων του Τίμου Κουτσουράδη , που συνοδεύει την αποψινή παρουσίαση βιβλίου. 

«Συνάδελφοι έλληνες  στρατιώτες….Εκείνοι, οι οποίοι δι' ανηκούστων και ατελευτήτων βιαιοτήτων σας οδηγούν εις την φωτιά και τον θάνατον είναι οι κεφαλαιούχοι, οι τραπεζίται, οι έμποροι των Αθηνών και της Ευρώπης. Αυτοί, πωλούντες εις τον στρατόν όπλα, ενδύματα και τρόφιμα και αισχροκερδούντες εις τα πράξεις αυτάς και ως αντάλλαγμα προσφέροντες πάντοτε την ζωή σας, την ύπαρξίν σας, απολαμβάνουν κέρδη  εκατομμυρίων. Ο βασιλιάς σας δια του πολέμου προσπαθεί να σώσει τον θρόνο του, οι αξιωματικοί σας δια του πολέμου ζητούν την προαγωγή και αύξησίν της μισθοδοσίας των. Ιδού οι κυρίως πρωταίτιοι του πολέμου. Της κακουχίας του πολέμου δεν μετέχουν ούτε πλούσιοι, ούτε τα τέκνα των. Αυτοί διασκεδάζουν εις τα καφέ-σαντάν του Λονδίνου και των Παρισίων, εις χαρτοπαικτήρια και τα χαμαιτυπεία του Πέραν και Φαλήρου». 

Υπάρχει η άποψη του Αντιβενιζελισμού ότι μας ενέπλεξε ανευθύνως ο Βενιζέλος σε μια υπόθεση την οποία οι αντιβενιζελικοί προσπάθησαν να διαχειριστούν υπό την αγγλική πίεση, αλλά "έσκασε", νομοτελειακά, στα χέρια τους, κάτι που είχε ως συνέπεια την άδικη  εκτέλεση των Έξι ,που δεν ήταν άλλο  παρά αναζήτηση εξιλαστήριων θυμάτων. 

Κατά την αντίληψη  τέλος των εκπροσώπων του Βενιζελισμού,  ένας μεγάλος πολιτικός προσέφερε ένα εκπληκτικό διπλωματικό-πολιτικό  αποτέλεσμα., δημιούργησε, μέσω της συνθήκης των Σεβρών, τη Μεγάλη Ελλάδα "των δύο ηπείρων και των πέντε θαλασσών" και ήρθε στη συνέχεια ένας Εσμός αντιπολιτευόμενων Πολιτικών, εμπνεόμενων  από τον  Λαϊκισμό ,(Βλ. το σύνθημα ΟΙΚΑΔΕ!) που δεν είχαν καμία επίγνωση της διεθνούς πραγματικότητας και ιδίως της βαρύνουσας θέσης της Αγγλίας  και οδήγησαν τα πράγματα εκεί που αυτά κατέληξαν.

Ο επίλογος-συμπέρασμα γράφτηκε στη τελευταία απόφαση του Αρείου Πάγου αρ.1675 / 2010   : «Δεν υπάρχει καμμία αμφιβολία ότι το 'Οραμα της ΙΩΝΙΑΣ συνεθλίβη και καταποντίστηκε ανάμεσα στις συμπληγάδες του Τουρκικού Εθνικισμού και της υπερεκτιμήσεως των δυνατοτήτων του ρωμαλέου αλλά μικρού Ελληνικού 'Εθνους».

Αγαπητές και Αγαπητοί μου,

Τα πολιτικά πάθη  επέτρεψαν τελικά και τον «νομικό παραλογισμό της δίκης» που οδήγησε ώστε όχι μόνο ο αποκλειθείς (άδικα) αρχιστράτηγος της ήττας αλλά και δημοκρατικά εκλεγμένοι Έλληνες κυβερνήτες –ενδεχομένως κατώτεροι των περιστάσεων, άβουλοι, αλλά και περιδεείς μπροστά στο πολιτικό κόστος και την κοινή γνώμη- να χαρακτηριστούν στα 1922 ως  εθνικοί προδότες: Ακόμη και αν θα μπορούσε να καταλογιστεί στους καταδικασθέντες «εσχάτη βλακεία» ή «εσχάτη πολιτική αφέλεια» -αν και η λεπτομερειακή εξέταση των διεθνοπολιτικών δεδομένων επιβάλλει λιγότερη κατηγορηματικότητα και περισσότερο σχετικισμό και σκεπτικισμό- αυτά τα στοιχεία δεν συγκροτούν πάντως stricto senso την νομοτυπική μορφή του εγκλήματος της εσχάτης προδοσίας. Μικροπολιτικές σκοπιμότητες ,απόδειξη αδυναμίας διαχείρισης ενός ,μετά  βεβαιότητας επερχομένου σοβαρού  πολιτικού προβλήματος, ένδειξη πανικού και σύγχυσης? .Η πολιτική ευθύνη παραμένει παρά την επικύρωση  από τον Άρειο Πάγο της απόσεισης της κατηγορίας για εσχάτη προδοσία, αν και καταλείπονται  σκιές, ότι οι εν λόγω καταδικασθέντες δεν εξετέλεσαν ενδεχομένως το  γενικότερο καθήκον τους κατά την διαχείριση εθνικών θεμάτων. Στο σημείο αυτό είναι σημαντική  η σχετική ομολογία  του Δημητρίου Γούναρη στην απολογία του, που χαρακτήρισε την συμπεριφορά της τότε πολιτικής ηγεσίας:«.. το πολύ αδεξίαν  η αμελή διαχείρισιν των συμφερόντων του κράτους.». Στους Καταδικασθεντες από το έκτακτο στρατοδικείο στα 1922, αξίζει σε κάθε περίπτωση πάντως η αποστροφή του Κώστα Βάρναλη ,στο συγκλονιστικό ποίημα του, που έγραψε, στα 1922,την ίδια δηλαδή χρονιά της καταστροφής και της Δίκης και δημοσιεύτηκε για πρώτη φορά στο περιοδικό Μαύρος Γάτος, Οι μοιραίοι,  το οποίο χαρακτηρίστηκε ως ένα από τα κορυφαία δείγματα του νεοελληνικού Λυρισμού. 

….δειλοί, μοιραῖοι κι ἄβουλοι ἀντάμα!

προσμένουμε, ἴσως, κάποιο θάμα…

Κυρίες και Κύριοι ,αγαπητές και αγαπητοί φίλοι της Κω και Συμπατριώτες,  

Κλείνω και πάλι με τον ΘΟΥΚΙΔΙΔΗ  ,και την προειδοποίηση του, που αγνοήθηκε όμως  από όλους όμως, Βενιζελικούς και Αντιβενιζελικούς τότε, από το 1919 μέχρι το 1922: «Σπανίως το όντι, μεγαλαι υπερποιντιοι εκστρατείαι είτε Ελλήνων είτε Βαρβαρων ,διευθυνόμεναι  εναντίον χώρας μακράν της ιδικής των επέτυχαν. Διότι οι εκστρατευοντες (δεν)είναι πολυαριθμότεροι των αντιπάλων και των γειτόνων αυτών ,τους οποίους ο φόβος ενώνει όλους εις κοινόν συνδέσμον….θα είμασταν ανίσχυροι να την συγκρατήσουμε (την εκστρατεία) ένεκα της μεγάλης αποστάσεως η οποία μας χωρίζει από αυτήν δια θαλάσσης και ένεκα της αδυναμίας να  διατηρήσιμομεν φρουράς εις πόλεις μεγάλας και να συντηρούμε χερσαία στρατιωτική δύναμη….».

Δεν προέκρινα τυχαία τις αναφορές μου στην σικελική εκστρατεία   του πελοποννησιακού πολέμου, που έχει άπειρες ομοιότητες με την μικρασιατική περιπέτεια και την χρησιμοποιηθείσα από μένα μετάφραση του Ελευθέριου  Βενιζέλου ,στα χρόνια της τελευταίας εξορίας του στο Παρίσι(1935-1936) . Μέσα από την  μεταφορά στην νεοελληνική γλώσσα μας, του μνημειώδους  έργου του κλασσικού Ιστορικού μας Θουκυδίδη,  ο μεγάλος Πολιτικός Ε. Βενιζέλος  ,έγραψε, για όσους  διαβάζουν πίσω από τις γραμμές της μετάφρασης, την πολιτική του Διαθήκη, για εμάς τους Νεώτερους κυρίως, ίσως και διδαχθούμε αρχικά από τα λάθη των αρχαίων αθηναίων αλλά  στη συνέχεια και συμπάσης της πολιτικής ηγεσίας των ετών 1919-1922. Το δόγμα του Ελευθέριου Βενιζέλου ,για την εξωτερική μας Πολιτική, αποτυπώνεται από τα 1910,μέχρι σήμερα  στην διαχρονική επιταγή του : «Ποτέ μόνοι». Στη διάρκεια άσκησης της εξουσίας από τις μετανοεμβριανές κυβερνήσεις(1920-1922),η Ελλάδα βρέθηκε ,με ένα ανοιχτό πολεμικό μέτωπο σε εχθρικό έδαφος (το εσωτερικό της Μικράς Ασίας ,χωρίς ελληνικούς πληθυσμούς) ,αντιμέτωπη ,εκτός από την κεμαλική (τουλάχιστον) Τουρκία, με την Γαλλία (για πρώτη και μοναδική  φορά στα 200 χρόνια του νεοελληνικού κράτους!) ,την Ιταλία, την (κατά τα άλλα) ηττημένη Γερμανία και την τότε Σοβιετική Ένωση , με τις Η.Π.Α να έχουν επιστρέψει στον Απομονωτισμό ,ενώ η Αγγλία ακολουθούσε όπως πάντοτε καιροσκοπική Πολιτική.  Ιδιαίτερο ενδιαφέρον ως προς το ζήτημα αυτό της βαρύνουσας για τε ελληνικά πράγματα αγγλικής στάσης, εμφανίζει το μνημόνιο που υπέβαλε στην κυβέρνησή του ο Χάρολντ Νίκολσον στις 20 Δεκεμβρίου 1920, στο οποίο φωτίζεται η ακολουθουμένη από την Βρετανία Πολιτική, προς την  οποία συντάχθηκαν, εκούσες-άκουσες και οι μετανοεμβριανές ελληνικές κυβερνήσεις, από την ακόλουθη περικοπή του ,που περιλαμβάνεται αυτούσια στην τελευταία απόφαση του Αρείου Πάγου αρ.1675 / 2010    : "….Η ιδέα που μας παρακινούσε να υποστηρίξουμε την Ελλάδα δεν ήταν συναισθηματική παρόρμηση αλλά η φυσική έκφραση της ιστορικής μας πολιτικής: η προστασία της Ινδίας και της διώρυγας του Σουέζ. Επί έναν αιώνα είχαμε υποστηρίξει την Τουρκία ως πρώτη γραμμή άμυνας στην Ανατολική Μεσόγειο. Η Τουρκία αποδείχθηκε αναξιόπιστη και υποχωρήσαμε στη δεύτερη γραμμή, την γραμμή από την Σαλαμίνα στη Σμύρνη. Γεωγραφικά η θέση της Ελλάδας ήταν μοναδική για τον σκοπό μας: πολιτικά ήταν αρκετά ισχυρή ώστε να κάνουμε οικονομία στα έξοδα τον καιρό της ειρήνης και αρκετά αδύναμη ώστε να είναι απολύτως υποχείριό μας στον πόλεμο..».

Η ευθύνη των τότε Κυβερνησάντων (1920-1922) παραμένει και σήμερα αποκλειστικά πολιτική και μάλιστα βαρύτατη και ασυγχώρητη  και το λάθος είναι βαρύτερο από το έγκλημα στη Πολιτική ,όπως, αποδίδει η πασίγνωστη έκφραση   του υπουργού Εξωτερικών του Μεγάλου Ναπολέοντα, Ταλεϋράνδου. Αυτά παραγνώρισαν τότε  οι Έξη και τιμωρήθηκαν !

Σας ευχαριστώ για την υπομονή σας.


ΤΕΛΕΥΤΑΙΕΣ ΑΝΑΡΤΗΣΕΙΣ

Recent Posts Widget