Το γαιτανάκι του 1912
Μιά άγνωστη ιστορία από την πρώιμη ιταλική περίοδο του νησιού. Δημοσιεύθηκε ως η «εὔθυμη συντροφιά τοῦ 1912 και το γαϊτανάκι, ο φιλέλληνας διοικητής Μάφρι και η συνοδεία τῶν δύο Καραμπινιέρων».
Στα μαῦρα χρόνια της σκλαβιάς οἱ Κώοι, για να διασκεδάσουν τὸν πόνο τους, δὲν ἔχαναν την επιθυμία τους τις ημέρες τῶν ἀπόκρεω. Χαρές και γέλια ἀντηχούσαν στὴ γαλήνια ἀτμόσφαιρα τῆς προσεισμικής γραφικῆς πόλης, ἀνακατωμένα μέ τις μεταμφιεσμένες συντροφιές καὶ τὰ ντυμένα με εθνικές φορεσιές παιδιά.
Οι μανάδες τους έβγαζαν τις μέρες αὐτὲς τὰ κρυμμέννα στα μπαούλα χρόνια και χρόνια για ρούχα για να στολίσουν μὲ στολὴ Ἕλληνα τα παιδιά τους, έτσι δινόταν εὐκαιρίες να καλλιεργείται τὸ ἐθνικό συναίσθημα στοὺς σκλαβωμένους Κώους.
Εννοεῖται ὅτι αὐτὰ γινόντουσαν στην προφασιστική εποχή.Στὸ 1912, μᾶς λέει ὁ ζαχαροπλάστης Θεόδωρος Παντελίκίζης, μια συντροφιά ἀπὸ καλοὺς γλεντζέδες τοὺς: Ιωάννην Χρηστίδην, Θεόδωρον Παντελίκιζην͵ Πελάγιον Σταυρίδην, Γεώργιον Α. Περεζοῦν, Φίλιππον Δ. Μαστρομιχάλην, Λεωνίδαν Διακογιάννην, Μιχαήλ Τριπολίτην͵ Νικήταν Διακογιάννην, Ἰωάννην Διακογιάννην, Γαβριὴλ Τριπολίτην καὶ μὲ ὀργανοπαίκτες τοὺς Θεοφάνην καὶ Εμμανουήλ Πίκουλα ἔκαμναν τή θορυβώδη εμφάνισή τους στούς δρόμους τῆς πόλης κρατώντας τὸ γαϊτανάκι. Ήταν τότε πρωτοφανέστατο στήν Κῶ καὶ ὁ κόσμος συνοστιζόταν θέλοντας νὰ ἀπολαύσῃ τὸ θέαμα που γινόταν πιο έντονο με τὰ φανταχτερά φορέματα τῶν χορευτῶν καὶ τοὺς ἤχους τοῦ βιολιοῦ καὶ τοῦ σαντουριού.
Ὑπὸ τοὺς χαρούμενους χτύπους της μουσικής οἱ χορευταί πήγαιναν νὰ τυλιχτοῦν γύρω ἀπὸ τὸ κοντάρι. Προχωρώντας δε οἱ συμπαθητικοὶ μασκαράτες μὲ τὸ γαϊτανάκι πῆραν τὸν κατηφορικό δρόμο τῆς Χαντάκας [Ιπποκράτους] κι' έφτασαν στο σπίτι τοῦ 1ου 'Ιταλοῦ Διοικητῆ τῆς Κω, τοῦ φιλέλληνος Μάφρι.
Χαρακτηριστικὸν τῆς ἀγάπης τοῦ κ. Μάφρι πρὸς τοὺς σκλαβωμένους Δωδεκανησίους εἶναι τὰ λόγια ποὺ εἶπε όταν έφευγε ἀπὸ τήν Κῶ. «"Ηρθαμε σὰν ἔλευθερωταί σας καὶ στην πραγματικότητα σας σκλαβώσαμε. Ντρέπομαι γιὰ τὸ αἴσχος ποὺ ἀφήνω πίσω μου».
Μόλις λοιπόν ή εὔθυμη συντροφιά περιτριγυρισμένη ἀπὸ ἀπειράριθμα παιδιά σταμάτησε μπροστά στο σπίτι τοῦ Διοικητή, ὁ κ. Μάφρι κατέβηκε ὁ ἴδιος ἀπὸ τὸ σπίτι μὲ δίσκο από γλυκὰ καὶ ποτὰ καὶ τοὺς πρόσφερε. Τούς συνεχάρη μάλιστα γιατί είχαν βάψει τὸ κοντάρι τοῦ γαιτανιοῦ γαλανόασπρο - τὸ χρώμα τῆς σημαίας μας. Επειτα γιὰ νὰ μὴν ἐνοχλούν τους χορευτὰς τὰ παιδιά, διέταξε δυο και καραμπινιέρους να συνοδεύουν τὴν λιτανεία του γέλιου. Καί ή που μπή εξακολούθησε να γυρίζε στις συνοικίες της Κω.
Τέλος να προσθέσω ότι κατά την πρώτη περίοδο της ιταλοκρατίας διοικητής της Κω ήταν ο συνταγματάρχης C.Mafri το 1912, στον οποίο αναφέρεται η παραπάνω ιστορία. Γενικός Διοικητής της Δωδεκανήσου το διάστημα μεταξύ 1912-1913 ήταν ο Giovannni Ameglio.
Το γαϊτανάκι είναι αποκριάτικο έθιμο αλλά και παιχνίδι, όπου οι συμμετέχοντες παίρνουν την άκρη από ένα μακρύ κορδόνι ενώ το άλλο άκρο του είναι στερεωμένο σε ένα κεντρικό κοντάρι και γυρνούν γύρω-γύρω ώστε να πλεχθεί κανονικό γαϊτάνι σαν πλεξούδα. Το γαϊτάνι είναι μεσαιωνική ελληνική γαϊτάνι,στην λατινική gaitanum.Πρόκειται για αρχαία ελληνική λέξη, την καιήτη [αντιδάνειο] και όχι από την τουρκική.
Γεωδίφης
Φωτογραφία με το γαϊτανάκι σε σκίτσο από την Εφημερίδα Αρχίλοχος,1877 [ιστοσελίδα, Τα Αθηναϊκά]