Μία θερινή μέρα στο Miramare της ιταλοκρατούμενης Κω;
Η ιστορική φωτογραφία μάλλον λήφθηκε αρχές καλοκαιριού με την επιφάνεια της θάλασσας να μοιάζει σαν λείο επίπεδο, δίχως τα ενοχλητικά αυγουστιάτικα μελτέμια.Το γεωμορφολογικό προφίλ της ακτής δείχνει διαφορετικό σε σύγκριση με το σημερινό. Η ακτή είναι φαρδύτερη και πλούσια σε άμμο. Ο αμμώδης βραχίονας της τωρινής Πλατείας 7ης Μαρτίου που υπήρχε όσο το επέτρεπαν οι δραστηριότητες μας και τα ρεύματα της θάλασσας, σήμερα δεν υφίσταται.
Η παραλία ήταν η πιο οργανωμένη επι ιταλικης περιόδου, για αυτό είναι γνωστή στους ντόπιους ως Miramare που σημαίνει «βλέπε θάλασσα», ή στην καθομιλουμένη «σημάδι στη θάλασσα».
Εκεί σύχναζαν στρατιωτικοί Ιταλοί με τις οικογένειες τους, ορισμένοι ντόπιοι όπως και μεμονωμένοι επισκέπτες του νησιού. Ιδίως Έλληνες της Αιγύπτου οι οποίοι πλήρωναν με λίρες, με χρυσά κοσμήματα.Ήταν πλούσιοι και επισκέπτονταν την Ρόδο και την Κω. Ασχολούνταν με τον τραπεζικό τομέα, εμπόριο βαμβακιού, λαδιού, σησαμέλαιου, βαμβακελαίου, εμπόριο κρασιών, σιδήρου, κάρβουνου κά.
Διακρίνονται τουλάχιστον 22 καμπίνες λουομένων μεγάλων διαστάσεων κατά μήκος της ακτής και 3 μέσα στη θάλασσα.
Οι θαλάσσιες καμπίνες ήταν πασσαλωμένες μέσα στην θάλασσα. Ηταν ξεχωριστές για τους άνδρες και τις γυναίκες. Έμπαιναν με ρούχα και φορούσαν πουκαμίσες με τις οποίες έκαναν το μπάνιο τους. Η καμπίνα έφερε καταπακτή στο δάπεδο από όπου κατέβαιναν με σκαλοπατάκια στο νερό της θάλασσας.
Αργότερα, την δεκαετία του ΄50 υπήρχαν στην πόλη ξεχωριστές παραλίες για τους άνδρες και τις γυναίκες. Οι γυναίκες έκαναν τα μπάνια τους κάτω από το Κάστρο της Νεραντζιάς και οι άνδρες στην παραλία του Gelsomino. Η όλη κατάσταση στις παραλίες της πόλης άρχισε να αλλάζει μετά την μεταπολίτευση.
Οι λουτρικές τουριστικές εγκαταστάσεις τοποθετούνταν πάντα σε μια παραλία, ήταν δύσκολο να αφαιρεθούν, και παρείχαν υποδοχή και υπηρεσίες αποκλειστικά για λουόμενους.
Η πρώτη διάδοση αυτών των εγκαταστάσεων έλαβε χώρα μεταξύ του τέλους του 18ου και αρχών του 19ου αιώνα, αλλά αναφέρεται κυρίως σε θέρετρα με θέρμες.Το δεύτερο μισό του 19ου αιώνα άρχισαν να διαδίδονται οι πρώτες δομές στις θαλάσσιες παραλίες. Σε μια πρώτη φάση, για την προστασία της ιδιωτικής ζωής των γυναικών [εποχή με τα μαγιό], οι καμπίνες ήταν τοποθετημένες σε τροχούς για να τις επιτρέπουν να κατεβαίνουν απευθείας στο νερό[δες φωτογραφία].
Σταδιακά, οι εγκαταστάσεις εξαπλώνονται σε πολλές ελίτ περιοχές όπως το Μονακό,Λίντο της Βενετίας, Οστάνδη, Scheveningen, Σαν Σεμπαστιάν, Μπλάκπουλ, κά.
Πολλές τοποθεσίες προσέφεραν μία ή περισσότερες Rotonda a Mare [γενικά μια κατασκευή σε ξυλοπόδαρα, ενωμένη με μια προβλήτα] όπως αυτές που φαίνονται στο Foro Italico της Κω, η οποία επέτρεπε επίσης στους λουόμενους να περάσουν από τις καμπίνες στο νερό.
Αυτός ο χαρακτήρας διατηρείται μέχρι το 1930, όταν υπάρχει μεγαλύτερη εισροή και εξάπλωση στην παραλία των αγοριών.
Οι εγκαταστάσεις αρχικά είχαν πολύ απλό εξοπλισμό αποτελούμενο από ομπρέλα και ξαπλώστρες. Καθώς ο αριθμός των πελατών αυξήθηκε, προστέθηκε νέος εξοπλισμός, όπως η βρεφική κούνια, και ούτω καθεξής. Οι ομπρέλες είναι εξοπλισμένες με gadgets όπως τα σταχτοδοχεία, αντικείμενα, κρεμάστρες ρούχων. Ακόμα και το υλικό έχει αλλάξει, περνώντας στα εύκολα πλενόμενα πλαστικοποιημένα υφάσματα. Το ξύλο αρχικά χρησιμοποιήθηκε πολύ, στη συνέχεια αντικαταστάθηκε από αλουμίνιο, ελαφρύτερο και λιγότερο υποκείμενο σε θαλάσσια διάβρωση.
Γεωδίφης
Πηγές:
1. Παιδί της Ρέας, τριλογία
2.Το αριστοκρατικό Foro Italico της Κω
3.Traveler’s Diary
4. Βικιπαίδεια
Οι καμπίνες λουτρών του Foro Italico της Κω, δεκαετία ΄20. Από Luce.
Στην Αγγλία, μία κολυμβήτρια μπαίνει στη θάλασσα το 1893 από μια καμπίνα εξοπλισμένη με τροχούς[φωτογραφία-Βικιπαίδεια].
Εδώ βρισκόταν ο αμμώδης επιμήκης βραχίονας των 2 Μύλων.
Σχέδιο πόλης Κω, το 1944 δίχως τον αμμώδη βραχίονα της Πλατείας 7ης Μαρτίου.Διακρίνεται το τεχνικό έργο του Ρ.Αναβολιά που πλέον υπολειτουργεί.
Μπάνια βικτωριανής εποχής από τη δεκαετία του 1890. Κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου, οι γυναίκες έπρεπε να παραμείνουν πλήρως ντυμένες μέχρι να μπουν σε καμπίνα λουτρού με ρόδες για να φορέσουν μαγιό. Στη συνέχεια, κάποιος θα έβγαζε το καρότσι στον ωκεανό, έτσι ώστε οι γυναίκες να μπορούν να μπουν στο νερό ιδιωτικά χωρίς να τις βλέπουν με το μαγιό τους. Ο Ιρλανδός θεατρικός συγγραφέας, Walley Chamberlain Oulton, τα περιέγραψε ως «τετράτροχα βαγόνια, καλυμμένα με καμβά, και έχοντας στο ένα άκρο τους μια ομπρέλα από τα ίδια υλικά που αφήνεται στην επιφάνεια του νερού έτσι ώστε ο λουόμενος να κατέβει από το μηχάνημα με λίγα βήματα κρύβεται από την κοινή θέα, οπότε το πιο εκλεπτυσμένο θηλυκό μπορεί να απολαύσει τα πλεονεκτήματα της θάλασσας...». Οι μηχανές λουσίματος χρησιμοποιήθηκαν ενεργά στην Αγγλία μέχρι τα τέλη της δεκαετίας του 1890, όταν στάθμευαν μόνιμα στις παραλίες. Μέχρι το 1914, ωστόσο, οι περισσότεροι από αυτέςς είχαν εξαφανιστεί από το Ηνωμένο Βασίλειο.
Εφευρέθηκαν στις αρχές έως τα μέσα του 18ου αιώνα, σε μια εποχή που άνδρες και γυναίκες έπρεπε να χρησιμοποιούν νόμιμα ξεχωριστά μέρη της παραλίας και της θάλασσας, οι μηχανές λουτρού σχεδιάστηκαν για να διατηρούν τη σεμνότητα μιας γυναίκας στην παραλία λειτουργώντας ως αποδυτήριο σε τροχούς που θα μπορούσε να συρθεί στο νερό.
Ο σκοπός της μηχανής κολύμβησης αφορούσε αυτούς τους τρελούς κανόνες της εθιμοτυπίας στο μπάνιο που τηρούνταν τον 18ο και 19ο αιώνα, οι οποίοι κρατούσαν τις γυναίκες και το σώμα τους στην παραλία μακριά από τα μάτια (ενώ οι άντρες γελούσαν ελεύθερα στην παραλία, φυσικά). Τα ξύλινα καρότσια με δύο πόρτες εκατέρωθεν επέτρεπαν στους λουόμενους να αλλάξουν τα ρούχα τους και να φορέσουν τα μαγιό τους χωρίς να χρειάζεται να τους δει το αντίθετο φύλο να περπατά στην παραλία με «ακατάλληλα ρούχα», που εκείνη την εποχή, οι διαχωρισμένες παραλίες της Ευρώπης, θα ήταν το σύγχρονο ισοδύναμο του περίπατου της ντροπής. Το τετράτροχο κιβώτιο ξετυλίγονταν στη θάλασσα, συνήθως με άλογα ή μερικές φορές με ανθρώπινη δύναμη και ανασύρονταν ξανά όταν ο θαλασσοπόρος έκανε σήμα στον οδηγό υψώνοντας μια μικρή σημαία στερεωμένη στην οροφή. Ορισμένα μηχανήματα ήταν εξοπλισμένα με μια σκηνή από καμβά κατεβασμένη από την παραθαλάσσια πόρτα, ικανή να κατέβει στο νερό, δίνοντας στον λουόμενο μεγαλύτερη ιδιωτικότητα.