Στο Ασκληπιείο Κω γινόντουσαν θεοκρατικές θεραπείες;
Ο κύριος Λαμπρινουδάκης, διευθυντής των ανασκαφών της Αρχαιολογικής Εταιρείας στο ιερό του Απόλλωνα Μαλεάτα από το 1974 και κυρίως πρόεδρος από το 1984, της Επιτροπής Συντήρησης Μνημείων Επιδαύρου του Υπουργείου Πολιτισμού αναφέρει σχετικά με τις εγκοιμήσεις που γινόντουσαν στο Ασκληπιείο της Επιδαύρου : «Η εγκοίμηση ήταν η κατεξοχήν θρησκευτική, θεραπευτική πράξη που συνδεόταν ιδιαίτερα με τον Ασκληπιό. Για την εγκοίμηση δημιουργήθηκε τον 4ο π.Χ. αιώνα μια μεγάλη στοά μονώροφη στο ανατολικό και διώροφη στο δυτικό της μέρος, όπου το έδαφος κατέβαινε απότομα . Στην Επίδαυρο την αποκαλούσαν εγκοιμητήριο ή άβατον. Δηλαδή χώρο στον οποίο δεν μπαίνει κανείς, χωρίς τη θεία άδεια. Ο ασθενής επισκεπτόταν το ναό του θεού, όπου ιέρειες έψαλλαν τον παιάνα και έμπαινε στο Άβατο, στο μονώροφο μέρος, όπου ετοιμαζόταν ψυχικά για να κοιμηθεί και να δει στο όνειρό του το θεό. Στην ετοιμασία βοηθούσε, με την αυθυποβολή που προκαλούσε, και η ανάγνωση των πολυπληθών θαυμάτων του θεού τα οποία ήταν γραμμένα πάνω σε μεγάλες στήλες μέσα στο Αβατο.
Η κυρία Όλγα Ψυχογυιού Αρχαιολόγος, Σε ένα άρθρο της σχετικά με το Ασκληπιείο της Επιδαύρου αναφέρει: «Τα μνημεία του χώρου προσφέρουν επίσης μια πολύτιμη μαρτυρία για την άσκηση και εξέλιξη των αρχαίων θεραπευτικών μεθόδων, καθώς αποτυπώνουν την πορεία από τη θεόσταλτη ίαση στη συστηματική γνώση και πείρα που οδήγησε στον Ιπποκράτη και τη γέννηση της ιατρικής. Τα μνημεία του αποτελούν σήμερα όχι μόνο παγκοσμίου φήμης αριστουργήματα της αρχαίας ελληνικής τέχνης, αλλά και εξαιρετική μαρτυρία για την άσκηση της ιατρικής στην αρχαιότητα».
Αναφερθήκαμε μόνο σε δύο αναφορές έγκυρων επιστημόνων. Υπάρχουν όμως άπειρες μαρτυρίες από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα που συμφωνούν και αναφέρονται στην επέμβαση του Ασκληπιού για τη θεραπεία των ανθρώπων.
Ας ξεκινήσουμε όμως, για να διευκολύνουμε τον αναγνώστη, με το τι ήταν αυτές οι ιερές θεραπείες. Μαρτυρίες υπάρχουν πολλές. Τις πληροφορίες παίρνουμε από τον Παυσανία, ο οποίος στο έργο του «Ελλάδος Περιήγησις» στο κεφάλαιο «Κορινθιακά» περιγράφει την επίσκεψη του στην Επίδαυρο το ιερό του Ασκληπιού[1] και μας πληροφορεί ότι δίπλα στον Ναό υπήρχε το άβατο, ο χώρος για τις ιερές εγκοιμήσεις « τοῦ ναοῦ δέ ἐστι πέραν ἔνθα οἱ ἱκέται τοῦ θεοῦ καθεύδουσιν». Οι θεραπείες αυτές γινόντουσαν ως εξής. Ο ασθενής-ικέτης όταν παρουσιαζόταν στο ιερό τον υποδεχόταν ένας ιερέας-ιατρος o οποίος τον οδηγούσε στα λουτρά για να καθαριστεί και αμέσως μετά άρχιζε με ερωτήσεις να παίρνει πληροφορίες για την ασθένεια του. Στη συνέχεια τον υποχρέωνε να κάμει μια θυσία στον θεό και τον οδηγούσε σε ένα από τα 160 δωμάτια του καταγωγίου, ενός οικήματος ξενοδοχείου. Όταν ερχόταν η ώρα της εγκοίμησης τον οδηγούσαν στον βωμό για να θυσιάσει ξανά και του πρόσφεραν ένα ποτό που περιείχε διάφορα υπνωτικά φάρμακα. Στη συνέχεια τον κατέβαζαν στο άβατο και τον ξάπλωναν πάνω στο δέρμα του ζώου που είχε θυσιάσει. Ο ασθενής μισοκοιμισμένος και μέσα στο ημίφως του άβατου άκουγε ψαλμούς που έψαλλαν οι νεωκόροι του ναού και ξαφνικά έβλεπε να πλησιάζει μια πομπή. Πρώτος ήταν ο θεός, τον οποίο συνόδευαν δύο γυναίκες που πίσω τους ακολουθούσαν δύο ιεροί όφεις. Η πομπή σταματούσε μπροστά στην κλίνη του ασθενή και τότε ο θεός που δεν ήταν άλλος από τον Αρχιερέα του ναού, ο οποίος είχε πληροφορηθεί από τον ιερέα που είχε υποδεχθεί τον άρρωστο τα συμπτώματα της ασθένειας, έσκυβε πάνω από τον ικέτη και του ψιθύριζε στο αυτί την θεραπεία που έπρεπε να ακολουθήσει ή του έκανε αν ήταν ανάγκη μια μικροεπέμβαση. Ο ασθενής όταν ξυπνούσε την επόμενη μέρα επηρεασμένος από την θεία παρουσία, ακολουθούσε τη θεραπεία που του είχε παραγγείλει ο θεός. Αν γινόταν καλά ευχαριστημένος αφιέρωνε μια πέτρινη πλάκα στην οποία έγραφε το ιστορικό της ασθένειας του καθώς και την θεραπεία που ακολούθησε. Αυτές τις πλάκες ονόμαζαν ιάματα.
Αυτά τα ιάματα έψαχνε με μεγάλη αγωνία ο Herzog όταν ανέσκαβε το ασκληπιείο της Κω, όμως δεν βρήκε κανένα ίχνος από ιάματα. Οι επιγραφές που ανακάλυψε ήταν είτε ιεροί όροι, (πέτρινες πλάκες που καθόριζαν τα όρια του ιερού ή των ναών ή του ιερού άλσους), είτε επιγραφές που ιστορούσαν την δράση των Κώων γιατρών που πρόσφεραν τις υπηρεσίες τους σε άλλες ελληνικές πόλεις, είτε ψηφίσματα του αφορούσαν δικαστές και δικασταγωγούς, που με τους περίφημους νόμους της Κω εκδίκασαν υποθέσεις σε ξένες πόλεις, είτε διατάγματα που αφορούσαν την λειτουργία του ιερού, τους ιερούς νόμους, την ασυλία του ασκληπιείου, τις γιορτές και τους αγώνες των μεγάλων ασκληπιείων, τους όρους της ομοπολιτείας με τους Καλυμνίους, τις διαγραφές για την πώληση της ιεροσύνης. Ιάματα πάντως ο Herzog δεν βρήκε, αλλά ούτε και οι Ιταλοί αρχαιολόγοι που συνέχισαν τις ανασκαφές. Κανένα ίχνος από αυτά τα περίφημα ιάματα δεν βρέθηκε στο Ασκληπιείο της Κω. Αυτός είναι ένας από τους λόγους που μας κάνουν να πιστεύουμε ότι ιερές θεραπείες δεν γινόντουσαν στο Ασκληπιείο της Κω.
Ένας άλλος λόγος που μας οδηγεί στο ίδιο συμπέρασμα, είναι ότι, στο καταπληκτικό βιβλίο του Αρχαιολόγου και μελετητή Δημήτρη Μποσνάκη, «Το Ασκληπιείο της Κω» που εκδόθηκε στην Αθήνα το 2014 από το Υπουργείο Πολιτισμού, ο συγγραφέας, αναφέρεται σε τρεις θέσεις που υποθέτουν οι μελετητές ότι υπήρχε το άβατο όμως κανένα συγκεκριμένο ίχνος από άβατο, τον ιερό χώρο που γινόντουσαν οι εγκοιμίσεις, δεν βρέθηκε, αντίθετα και στις τρείς αυτές κατασκευές οι γνώμες των αρχαιολόγων όχι μόνο διίστανται αλλά προτείνονται άλλες χρήσεις πολύ πιο πιθανές για τους λόγους κατασκευής τους. Για να πληροφορήσω καλλίτερα τον αναγνώστη παραθέτω και τα τρία εδάφια από το βιβλίο.
1ον Στη σελίδα 37 διαβάζουμε: Το Άβατον (;)
Στο κάτω άνδηρο, αμέσως ανατολικά του προπύλου, σε επαφή με τον αναλημματικό τοίχο που διαχωρίζει από το χαμηλό (IV) άνδηρο, χτίστηκαν ανατολικά της κλίμακος καταλαμβάνοντας τμηματικά τα πίσω δωμάτια της αρχαιότερης βόρειας στοάς, κατά τη διάρκεια του δεύτερου μισού του 2ου και του 3ου αι. μ.Χ. τρία συγκροτήματα δωματίων. Από αυτά, τα δύο ανατολικότερα αποτελούνται από ένα είδος προθαλάμου, που οδηγούσε σε ένα δωμάτιο με τοίχους διακοσμημένους με παραστάσεις πτηνών, που θυμίζουν το τρίτο πομπηϊανό στιλ. Στους τοίχους υπάρχουν ζεύγη από βαθιές κόγχες, πάνω από τις οποίες ανοιγόταν ψηλά ένα παράθυρο του τύπου της «κανονιοθυρίδας» (bocca di lupo) Η ιδιαιτερότητα αυτών των χώρων είναι ότι δεν είχαν πρόσβαση από έξω μέσω θυρών, αλλά μάλλον από πάνω με τη βοήθεια ξύλινης σκάλας. ... Οι δύο αίθουσες στο δυτικό άκρο, που καλύπτονται από υδραυλικό κονίαμα και συνδέονται με τους αποστραγγιστικούς αγωγούς, φαίνεται μάλλον να σχετίζονται με την αποταμίευση του νερού. Η λειτουργία των παραπάνω συγκροτημάτων δεν είναι σαφής. Ανάμεσα στις άλλες ιδιομορφίες τους είναι και το ότι δεν επικοινωνούσαν μεταξύ τους. Σύμφωνα με την ερμηνεία των Herzog και Schazmann, που επαναλαμβάνει και η Egelhaaf-Gaiser, πρόκειται για κτίσματα φιλοξενίας υψηλών επισκεπτών, ένα είδος πανδοχείου (καταγώγιον ή hospitium). Η υπόθεση αυτή όμως δύσκολα μπορεί να γίνει αποδεκτή, τόσο λόγω της ιδιαίτερης διαμόρφωσης των δωματίων και της δύσκολης πρόσβασης σε αυτά, όσο και λόγω του φωτισμού που ήταν ανεπαρκής και έμμεσος. Ίσως να πρόκειται για το άβατον, τον χώρο για την ιερά εγκοίμηση, που δημιουργήθηκε κατά τα ρωμαϊκά χρόνια προκειμένου να αυξηθούν οι εγκαταστάσεις φιλοξενίας των προσκυνητών και πιθανώς, για να αναπληρωθεί το τμήμα που χάθηκε κατά την οικοδόμηση του συγκροτήματος των Μεγάλων Θερμών, με την κατάργηση των πίσω δωματίων στην ανατολική πτέρυγα της στοάς».
2ον Στη Σελίδα 50
Το κτήριο D (Τρίτη παράγραφος)
Για τη χρήση του κτηρίου D[2], το οποίο τροποποιήθηκε στη ρωμαϊκή εποχή, έχει γίνει πολύς λόγος. Λόγω της γειτνίασής του με το ναό Β, υποστηρίχτηκε ότι αρχικά ήταν το άβατον (παράβλ. Το κτήριο Ε$ της Επιδαύρου), προορισμένο για τη θεραπευτική εγκοίμηση, με ξεχωριστούς χώρους για άνδρες και για γυναίκες, όπως και σε ένα ανάλογο οικοδόμημα στο ιερό του Αμφιαράου στον Ωρωπό. Σύμφωνα όμως με τον Lauter, θα μπορούσε να ήταν το Πρυτανείο, ενώ για την Kaminski ίσως εκεί στεγαζόταν ο θησαυρός του ιερού. Η ιδιόμορφη τυπολογία του κτηρίου οδήγησε την Μ. Livadiotti στη διατύπωση της άποψης, ότι πρόκειται για την αίθουσα των λατρευτικών συμποσίων (εστιατόριο). Νοτιοδυτικά του κτηρίου υπήρχε μια πηγή, προσβάσιμη μέσω μιας μακράς κλίμακας λαξευμένης στον βράχο, που διασφάλιζε την απαραίτητη παροχή νερού για τη λειτουργία του χώρου ως αίθουσας τελετουργικών συμποσίων.
3oν Στη Σελίδα 58 (Δεύτερη παράγραφος)
O Schazmann, εντούτοις, θεωρούσε ότι αυτές οι εγκοπές εξυπηρετούσαν μιαν αρχική ξύλινη στοά την οποία χρονολογούσε στις αρχές του 3ου αι. π.Χ. Συσχέτιζε επίσης την ξύλινη αυτή στοά με την πλατιά θεμελίωση σε σχήμα Π που περιέβαλλε το άνδηρο, καθώς και με τους παράλληλους προς αυτήν τοίχους στα ανατολικά και τα δυτικά. Η κατασκευή αυτή θα έπρεπε, σύμφωνα με τον μελετητή, να ταυτιστεί με το άβατον . Η λύση όμως αυτή, που υποστηρίχτηκε από τον Schazmann, δύσκολα μπορεί να τεκμηριωθεί, τόσο εξαιτίας της απουσίας παραλλήλων, όσο και από τις δυσκολίες που δημιουργεί η αποκατάσταση».
Βλέπουμε λοιπόν ότι και στα τρία σημεία που αναφέρονται πιθανές θέσεις στις οποίες θα μπορούσε να στεγαζόταν το άβατον, υπάρχουν από τους αρχαιολόγους διαφορετικές απόψεις, γεγονός που μας αναγκάζει να συμπεράνουμε ότι δεν ανακαλύφτηκε θέση που με σιγουριά θα μπορούσαμε να πούμε ότι εκεί ήταν η θέση του άβατου. Μπορούμε, μετά από αυτήν την αναλυτική μελέτη των χώρων του ασκληπιείου, να πούμε με βεβαιότητα ότι άβατον στο Ασκληπιείο της Κω δεν βρέθηκε από την αρχαιολογική σκαπάνη. Παρατηρούμε ακόμα ότι και οι τρείς υποτιθέμενες θέσεις κατασκευάστηκαν όχι στην περίοδο της ανεγέρσεως του Ασκληπιείου, αλλά κατά την ρωμαϊκή εποχή, (εποχή του Γαληνού) κατά την οποία η ιατρική είχε πια αποκτήσει με τη συμβολή και τη δράση της Σχολής της Κω την επιστημονική της υπόσταση.
Αν πάρουμε υπ’ όψη μας τα ιστορικά στοιχεία που αφορούν την ίδρυση του Ασκληπιείου, θα δούμε ότι ο συνοικισμός της νέας πόλης της Κω έγινε το 366 π.Χ.[3] μεσούντος του 4ου αι., το Ασκληπιείο πρέπει λοιπόν να κτίστηκε μετά τον συνοικισμό, ίσως κατά τα τέλη του 4ου αρχές του 3ου αι. Άρα ο Ιπποκράτης αν ζούσε θα πρέπει να ήταν περίπου 130 χρόνων. Όλοι οι μελετητές των έργων του Ιπποκράτη, φιλόλογοι και ιατροί, συμφωνούν ότι ο Ιπποκράτης δεν είχε καμία σχέση με το Ασκληπιείο της σημερινής Κω.
Ο Rayet αναφέρει ότι στην νέα πόλη μετά τον συνοικισμό, κατοίκησαν ερχόμενοι από τον δήμο του Ισθμού πολλοί νέοι κάτοικοι[4]. Πρέπει μέσα στους μετανάστες αυτούς να ήταν και μια ομάδα Ασκληπιαδών της Σχολής της Κω, της Σχολής που ίδρυσε ο Ιπποκράτης. Αυτό βεβαιώνεται από τα ονόματα γιατρών που αναφέρονται σε επιγραφές και σε νομίσματα της Κω οι οποίοι πολλές φορές έχουν και το αξίωμα του Μόναρχου[5]. Αυτοί δεν μπορούσε να εξασκούσαν μια θεοκρατική ιατρική, αφού η τέχνη τους μετά την διδασκαλία του Ιπποκράτη είχε πια αποκτήσει τις επιστημονικές βάσεις που στηριζόντουσαν στη φιλοσοφική ορθολογική σκέψη και την παρατήρηση. Αυτοί οι Ασκληπιάδες πρέπει να πρωτοστάτησαν στην ίδρυση του νέου Ασκληπιείου στην νέα πρωτεύουσα. Επιβεβαιώνεται αυτό από τα ονόματα των γιατρών που βρέθηκαν στο Ασκληπιείο πάνω σε ψηφίσματα[6] των διαφόρων δήμων και πόλεων που έδρασαν θεραπεύοντας επιδημίες και ασθένειες Να λοιπόν ένας ακόμα λόγος που μας πείθει ότι στο Ασκληπιείο της Κω δεν υπήρχε άβατο ούτε γινόντουσαν ιερές θεραπείες.
Εξ άλλου, Από τις 29 επιγραφές που αναφέρονται στο 3ο βιβλίο των «Ιπποκρατικών Θεμάτων ( Η σχολή της Κω) του Θεοδόση Διακογιάννη και αφορούν στη δράση των Κώων γιατρών που πρόσφεραν τις ιατρικές τους υπηρεσίες σε διάφορες πόλεις, σε καμιά επιγραφή δεν γίνεται λόγος για «άβατο» ή «ιάματα» ή ιερές εγκοιμήσεις. Πως θα μπορούσε π.χ. ο Ερμίας του Εμμενίδη που πήγε στην Γόρτυνα για να θεραπεύσει επιδημίες και ασθένειες θα χρησιμοποιούσε άβατο για να κάμει ιερές θεραπείες; Οι Ασκληπιάδες της Κω, οι γιατροί που πρόσφεραν τις υπηρεσίες τους σε τόσες πόλεις εφάρμοζαν τις επιστημονικές θεραπείες που ο Ιπποκράτης και η σχολή τους δίδαξαν μέσα από τα ιατρικά τους συγγράμματα.
Ας έλθουμε όμως να δούμε τι λέει ο ίδιος ο Ιπποκράτης για τη φύση της ασθένειας και τις θεραπείες αυτές. Στο βιβλίο του «Περί Ιερής Νούσου».
“Σχετικά με την αποκαλούμενη ιερή νόσο τα πράγματα έχουν έτσι: Κατά τη γνώμη μου δεν είναι καθόλου θεϊκότερη ή ιερότερη από τις άλλες αρρώστιες, αλλά έχει ίδια φύση και προέλευση με τις άλλες αρρώστιες. Οι άνθρωποι πίστεψαν ότι η φύση της και η προέλευση της είχαν κάτι θεϊκό από την απειρία τους και την έκπληξη που τους προκαλούσε, γιατί δε μοιάζει με καμιά άλλη αρρώστια. Και η αδυναμία τους να καταλάβουν την αρρώστια σώζει τη θεϊκότητα της. Την αναιρεί όμως η ευκολία του τρόπου που χρησιμοποιούν για να τη θεραπεύσουν, γιατί τη θεραπεύουν με καθαρμούς και ξόρκια».
….. «Μου φαίνεται πως οι πρώτοι που ονόμασαν το νόσημα τούτο ιερό ήταν άνθρωποι όμοιοι με τους μάγους, τους εξαγνιστές , τους αγύρτες και τους αλαζόνες, όσους προσποιούνται ότι είναι πάρα πολύ θεοσεβείς. Τούτοι λοιπόν χρησιμοποιώντας σαν προκάλυμμα και προβάλλοντας το θείο για να κρύψουν την άγνοια τους που ένιωθαν επειδή δεν μπορούσαν να ωφελήσουν προσφέροντας κάτι χρήσιμο, ονόμασαν την πάθηση τούτη ιερή και καθιέρωσαν μια θεραπεία που εξυπηρετούσε τη δική τους ασφάλεια».
….. «ώστε αν ο άρρωστος θεραπευθεί η δόξα και η ικανότητα να νομίζονται δικές τους, ενώ αν πεθάνει η απολογία τους να είναι εξασφαλισμένη και να μπορούν να προβάλουν σαν δικαιολογία ότι δεν είναι δικό τους φταίξιμο αλλά των θεών».
….. « Έτσι λοιπόν μου φαίνεται πως όσοι επιχειρούν να θεραπεύσουν τις αρρώστιες τούτες με αυτόν τον τρόπο δεν πιστεύουν πως είναι ούτε ιερές ούτε θείες».
…. « Όμως εμένα μου φαίνεται πως με τα λόγια τους δεν δίνουν την εντύπωση ευσεβών όπως νομίζουν, αλλά ασεβών και ανθρώπων που δεν πιστεύουν στην ύπαρξη των θεών, και ό,τι παρουσιάζουν ως ευσεβές και θείο είναι ασεβές και ανόσιο».
….. «Η νόσος που αποκαλείται ιερή προκαλείται από τις ίδιες αιτίες που προκαλούνται και οι υπόλοιπες, από αυτά που έρχονται και από αυτά που φεύγουν, από το ψύχος, τον ήλιο, τους ανέμους που μεταβάλλονται και ποτέ δεν μένουν σταθεροί. … Η κάθε μια έχει τη φύση της και τη δύναμη της».
Στο βιβλίο «Περί παθών»: «όλες οι αρρώστιες των ανθρώπων προκαλούνται από τη χολή και το φλέγμα. Τούτα παθαίνουν από τροφές, από ποτά, από κόπους, από τραύματα από μυρωδιές, ακούσματα, οπτικές παραστάσεις, λαγνεία, καθώς και από τη ζέστη και το κρύο».
Στο βιβλίο του «Περί τόπων των κατά άνθρωπον» κεφ. 2. είναι κατηγορηματικός: «Βάση της ιατρικής σκέψης, είναι η φύση του σώματος».
Με τα αποσπάσματα που παραθέσαμε πιο πάνω είναι φανερό ότι ο Ιπποκράτης θεωρεί ότι οι ασθένειες δεν προέρχονται από τους θεούς αλλά από μια αιτία της φύσης, και η θεραπεία τους περιγράφεται σε πλείστα όσα αποσπάσματα των διασωθέντων βιβλίων του. Πουθενά δεν αναφέρει ότι αιτία της αρρώστιας είναι οι θεοί, ούτε ότι ο θεός θεραπεύει την ασθένεια. Διαφαίνεται έτσι η δική του θεοσέβεια όταν λέει: …. «Εγώ όμως δεν πιστεύω ότι μπορεί να μιανθεί το ανθρώπινο σώμα από τον θεό, το τόσο φθαρτό από το αγνότατο». Παρατηρούμε ακόμα ότι είναι πολύ αυστηρός με τους γιατρούς αυτούς που τους αποκαλεί αγύρτες, μάγους και εξορκιστές. Μήπως ήθελε, χωρίς να τους κατονομάζει, να αναφερθεί και στους ιερείς των Ασκληπιείων που χρησιμοποιούσαν με θεατρικό τρόπο την εμφάνιση του θεού και τις ιερατικές θεραπείες; Να ένα ερώτημα που διατυπώνουμε και απευθυνόμαστε στους ειδικούς επιστήμονες, φιλόλογους και γιατρούς, να εκφράσουν άποψη πάνω στο θέμα αυτό.
Το τονίσαμε από την αρχή ότι το άρθρο μας αυτό είναι αιρετικό πιστεύουμε όμως ότι η μελέτη των συγγραμμάτων του Ιπποκράτη μας οδηγεί στην αλήθεια. Ότι δηλαδή στο Ασκληπιείο της Κω δεν γινόντουσαν εγκοιμήσεις, αλλά εφαρμοζόταν η ιπποκράτεια ορθολογιστική ιατρική.
[1] [27.1] τὸ δὲ ἱερὸν ἄλσος τοῦ Ἀσκληπιοῦ περιέχουσιν ὅροι πανταχόθεν: οὐδὲ ἀποθνήσκουσιν οὐδὲ τίκτουσιν αἱ γυναῖκές σφισιν ἐντὸς τοῦ περιβόλου, καθὰ καὶ ἐπὶ Δήλῳ τῇ νήσῳ τὸν αὐτὸν νόμον. τὰ δὲ θυόμενα, ἤν τέ τις Ἐπιδαυρίων αὐτῶν ἤν τε ξένος ὁ θύων ᾖ, καταναλίσκουσιν ἐντὸς τῶν ὅρων: τὸ δὲ αὐτὸ γινόμενον οἶδα καὶ ἐν Τιτάνῃ.[27.2] τοῦ δὲ Ἀσκληπιοῦ τὸ ἄγαλμα μεγέθει μὲν τοῦ Ἀθήνῃσιν Ὀλυμπίου Διὸς ἥμισυ ἀποδεῖ, πεποίηται δὲ ἐλέφαντος καὶ χρυσοῦ: μηνύει δὲ ἐπίγραμμα τὸν εἰργασμένον εἶναι Θρασυμήδην Ἀριγνώτου Πάριον. κάθηται δὲ ἐπὶ θρόνου βακτηρίαν κρατῶν, τὴν δὲ ἑτέραν τῶν χειρῶν ὑπὲρ κεφαλῆς ἔχει τοῦ δράκοντος, καί οἱ καὶ κύων παρακατακείμενος πεποίηται. τῷ θρόνῳ δὲ ἡρώων ἐπειργασμένα Ἀργείων ἐστὶν ἔργα, Βελλεροφόντου τὸ ἐς τὴν Χίμαιραν καὶ Περσεὺς ἀφελὼν τὴν Μεδούσης κεφαλήν. τοῦ ναοῦ δέ ἐστι πέραν ἔνθα οἱ ἱκέται τοῦ θεοῦ καθεύδουσιν. [27.3] οἴκημα δὲ περιφερὲς λίθου λευκοῦ καλούμενον Θόλος ᾠκοδόμηται πλησίον, θέας ἄξιον: ἐν δὲ αὐτῷ Παυσίου γράψαντος βέλη μὲν καὶ τόξον ἐστὶν ἀφεικὼς Ἔρως, λύραν δὲ ἀντ' αὐτῶν ἀράμενος φέρει. γέγραπται δὲ ἐνταῦθα καὶ Μέθη, Παυσίου καὶ τοῦτο ἔργον, ἐξ ὑαλίνης φιάλης πίνουσα: ἴδοις δὲ κἂν ἐν τῇ γραφῇ φιάλην τε ὑάλου καὶ δι' αὐτῆς γυναικὸς πρόσωπον. στῆλαι δὲ εἱστήκεσαν ἐντὸς τοῦ περιβόλου τὸ μὲν ἀρχαῖον καὶ πλέονες, ἐπ' ἐμοῦ δὲ ἓξ λοιπαί: ταύταις ἐγγεγραμμένα καὶ ἀνδρῶν καὶ γυναικῶν ἐστιν ὀνόματα ἀκεσθέντων ὑπὸ τοῦ Ἀσκληπιοῦ, προσέτι δὲ καὶ νόσημα ὅ τι ἕκαστος ἐνόσησε καὶ ὅπως ἰάθη: [27.4] γέγραπται δὲ φωνῇ τῇ Δωρίδι. χωρὶς δὲ ἀπὸ τῶν ἄλλων ἐστὶν ἀρχαία στήλη: ἵππους δὲ Ἱππόλυτον ἀναθεῖναι τῷ θεῷ φησιν εἴκοσι. ταύτης τῆς στήλης τῷ ἐπιγράμματι ὁμολογοῦντα λέγουσιν Ἀρικιεῖς, ὡς τεθνεῶτα Ἱππόλυτον ἐκ τῶν Θησέως ἀρῶν ἀνέστησεν Ἀσκληπιός: ὁ δὲ ὡς αὖθις ἐβίω, οὐκ ἠξίου νέμειν τῷ πατρὶ συγγνώμην, ἀλλὰ ὑπεριδὼν τὰς δεήσεις ἐς Ἰταλίαν ἔρχεται παρὰ τοὺς Ἀρικιεῖς, καὶ ἐβασίλευσέ τε αὐτόθι καὶ ἀνῆκε τῇ Ἀρτέμιδι τέμενος, ἔνθα ἄχρι ἐμοῦ μονομαχίας ἆθλα ἦν καὶ ἱερᾶσθαι τῇ θεῷ τὸν νικῶντα: ὁ δὲ ἀγὼν ἐλευθέρων μὲν προέκειτο οὐδενί, οἰκέταις δὲ ἀποδρᾶσι τοὺς δεσπότας. [27.5] Ἐπιδαυρίοις δέ ἐστι θέατρον ἐν τῷ ἱερῷ μάλιστα ἐμοὶ δοκεῖν θέας ἄξιον: τὰ μὲν γὰρ Ῥωμαίων πολὺ δή τι [καὶ] ὑπερῆρε τῶν πανταχοῦ τῷ κόσμῳ, μεγέθει δὲ Ἀρκάδων τὸ ἐν Μεγάλῃ πόλει: ἁρμονίας δὲ ἢ κάλλους ἕνεκα ἀρχιτέκτων ποῖος ἐς ἅμιλλαν Πολυκλείτῳ γένοιτ' ἂν ἀξιόχρεως; Πολύκλειτος γὰρ καὶ θέατρον τοῦτο καὶ οἴκημα τὸ περιφερὲς ὁ ποιήσας ἦν. ἐντὸς δὲ τοῦ ἄλσους ναός τέ ἐστιν Ἀρτέμιδος καὶ ἄγαλμα Ἠπιόνης καὶ Ἀφροδίτης ἱερὸν καὶ Θέμιδος καὶ στάδιον, οἷα Ἕλλησι τὰ πολλὰ γῆς χῶμα, καὶ κρήνη τῷ τε ὀρόφῳ καὶ κόσμῳ τῷ λοιπῷ θέας ἀξία. [27.6] ὁπόσα δὲ Ἀντωνῖνος ἀνὴρ τῆς συγκλήτου βουλῆς ἐφ' ἡμῶν ἐποίησεν, ἔστι μὲν Ἀσκληπιοῦ λουτρόν, ἔστι δὲ ἱερὸν θεῶν οὓς Ἐπιδώτας ὀνομάζουσιν: ἐποίησε δὲ καὶ Ὑγείᾳ ναὸν καὶ Ἀσκληπιῷ καὶ Ἀπόλλωνι ἐπίκλησιν Αἰγυπτίοις. καὶ ἦν γὰρ στοὰ καλουμένη Κότυος, καταῤῥυέντος δέ οἱ τοῦ ὀρόφου διέφθαρτο ἤδη πᾶσα ἅτε ὠμῆς τῆς πλίνθου ποιηθεῖσα: ἀνῳκοδόμησε καὶ ταύτην. Ἐπιδαυρίων δὲ οἱ περὶ τὸ ἱερὸν μάλιστα ἐταλαιπώρουν, ὅτι μήτε αἱ γυναῖκες ἐν σκέπῃ σφίσιν ἔτικτον καὶ ἡ τελευτὴ τοῖς κάμνουσιν ὑπαίθριος ἐγίνετο: ὁ δὲ καὶ ταῦτα ἐπανορθούμενος κατεσκευάσατο οἴκησιν: ἐνταῦθα ἤδη καὶ ἀποθανεῖν ἀνθρώπῳ καὶ τεκεῖν γυναικὶ ὅσιον.
[2] Πρόκειται για τα ερείπια δίπλα στον ναό του Ασκληπιού.
[3] Διόδωρος, Σικελ. XV,LXXVI «Άμα δε τούτοις πραττομένοις Κώοι μετώκοισαν εις την νυν πόλιν και κατεσκεύασαν αυτήν αξιόλογον. Πλήθος τε γαρ ανδρών εις ταύτην ηθροίσθη και τοίχη πολυτελή κατασκευάσθη και λιμήν αξιόλογος. Στράβων,XIV, II, 19. «’Επειτα δια στάσιν μετώκοισαν εις την νυν πόλιν περί το Σκανδάριον, και μετωνόμασαν Κων ομωνύμως τη νήσω. Η μεν ουν πόλις ου μεγάλη, κάλλιστα δε πασών συνωκισμένη και ιδέσθαι τοις καταπλέουσιν ηδίστη».
3 Από το βιβλίο «Η Κως του Olivier Rayet», Των Κώστα Κογιόπουλου, Giuseppina Dillilo-Γιαννίκου, και Θεοδόση Διακογιάννη. «Η Αστυπάλαια βρισκόταν σε καλή θέση από ναυτική και στρατιωτική άποψη, όμως είχε το μειονέκτημα να βρίσκεται σε μια περιοχή άγονη και μακρινή, αφού χρειαζόταν πολύωρο βάδισμα για να φτάσει κανείς στην υπέροχη πεδιάδα της ανατολικής πλευράς του νησιού. Έτσι το 3ο έτος της εκατοστής τρίτης Ολυμπιάδας (366 π.Χ.) μετά από τα γεγονότα που προκάλεσαν ορισμένες εσωτερικές έριδες, ένα μέρος των κατοίκων μετανάστευσε, για να εγκατασταθεί στη νέα πόλη, κοντά στο ακρωτήριο Σκανδάριο (Khoum-Bournou), στο τέλος της πεδιάδας.
[5] Πατον επιγρ.
[6] Βλέπε Θ.Δ. Ιππ. Η σχολή
Θεοδόσης Ν. Διακογιάννης
Φωτογραφία, Ασκληπιείο Κω σύμφωνα με τους Herzog και Schazmann,1932