Ο Γανυμίδης
Ο Γανυμίδης του Μιχαήλ Άγγελου(1532), από Royal Collection, Windsor Castle.
Κάποτε ο Δίας, καθισμένος στον θρόνο του στον Όλυμπο, καμάρωνε τον κόσμο του από ψηλά. Έβλεπε τους ανθρώπους στις πόλεις να πηγαινοέρχονται σαν τα μερμήγκια, τους ψαράδες στη θάλασσα με τις βάρκες τους να κυνηγούν τους τόνους, τους γεωργούς με τα άλετρα τους να οργώνουν τη γη.
Εκεί λοιπόν που καμάρωνε από ψηλά για μια στιγμή έριξε τη ματιά του και στο βουνό της Ίδης εκεί που ένας βοσκός παίζοντας τη φλογέρα του, έβοσκε τα ζωντανά του. Θαμπώθηκε ο βασιλιάς των θεών και των ανθρώπων από την ομορφιά του άνδρα, έσκυψε το κεφάλι του για να τον δει από πιο κοντά.
Η ωραιότητα των ματιών του, το καλοχτενισμένο κεφάλι, τα πλατιά του στήθια, του γέμισαν την ψυχή του επιθυμίες.Μεταμορφώνεται τότε σε ένα πελώριο αετό, φτεροκοπά από ψηλά και αρπάζει τον Γανυμίδη, έτσι τον λέγανε τον βοσκό, και τον ανεβάζει στον Όλυμπο.
Εκεί στην κατοικία των θεών ο Δίας τον ποτίζει με νέκταρ, το ποτό που χαρίζει την αθανασία και τον κράτησε από τότε κοντά του για να τον έχει κάθε μέρα να καμαρώνει και να χαίρετε τα νιάτα και την ομορφάδα του. Φυσικά του ανέθεσε και υπηρεσίες τον έκαμε αρχικεραστή των θεών.
Θεοδόσης Διακογιάννης