Από τα βάθη των ωκεανών στην παλέτα των αγιογράφων!
Από την εποχή των σπηλαίων ο προϊστορικός άνθρωπος χρησιμοποιούσε χρώματα για να διακοσμήσει την κατοικία του, να βάψει το σώμα του και τα ρούχα του. Αρκετές φορές η χρωστική ουσία προερχόταν από κάποια κοντινή πηγή.Οι πιο πιθανοί φορείς χρωστικών ήταν τα ορυκτά, οι χυμοί φυτών, το ζωικό λίπος, το νερό,το αίμα κά.
Οι χρωστικές ουσίες οξειδίων του σιδήρου αποτελούσαν τα βασικά χρώματα των αρχαίων καλλιτεχνών από την Αίγυπτο ως την Ινδία και την Κίνα. Οι Μινωΐτες εισήγαγαν την τεχνική fresco(νωπογραφία) - μέθοδος ζωγραφικής σε τοίχο, στην οποία χρησιμοποιούσαν υδροχρώματα επάνω στη νωπή ακόμη επιφάνεια του ασβεστοκονιάματος , αναμιγνύοντας τις χρωστικές με νερό και απλώνοντας τις σε επιφάνεια καλυμμένη με φρέσκο ασβέστη.
Τον Μεσαίωνα και αργότερα στην Αναγέννηση, οι ορυκτές χρωστικές συνεχίζουν να χρησιμοποιούνται. Εκτός από τα συνηθισμένα κόκκινα, κίτρινα και καφέ χρώματα που προέρχονταν από λειμωνίτη και αιματίτη (οξείδια του σιδήρου) και το μαύρο από ορυκτά του μαγγανίου και κάρβουνο, οι καλλιτέχνες χρησιμοποιούσαν και την πράσινη γη( terre verte)
Τι είναι η πράσινη γη; Είναι φυσική λαδοπράσινη χρωστικὴ ουσία. Αποτελείται κυρίως από τα ορυκτά σελαδονίτη και γλαυκονίτη, τα οποία δίνουν χρώματα από σκουροπράσινο μέχρι κίτρινο-λαδί. Ορυκτολογικά ανήκουν στις μαρμαρυγίες. Ο μεν σελαδονίτης είναι πλούσιος σε μαγνήσιο, ο δε γλαυκονίτης πλούσιος σε σίδηρο. Ο γλαυκονίτης είναι περισσότερο διαδεδομένος και εμφανίζει πρασινωπό χρώμα ανάλογα με την κατανομή της κρυσταλλικής δομής του. Το όνομά του –γλαυκός- σημαίνει στα αρχαία ελληνικά γαλαζοπράσινος. Βρίσκεται στη φύση σε περιεκτικότητες που σπάνια υπερβαίνουν το 50% ενός κοιτάσματος, οπότε χρειάζεται σειρά διαδικασιών για την εξαγωγή της χρωστικής.
Η πράσινη γη συχνά περιγράφεται ως το πιο μόνιμο από τα χρώματα. Δεν επηρεάζεται από το φως του ήλιου ή από τις ατμοσφαιρικές συνθήκες. Δεν αντιδρά με διαλύτες, αλλά είναι μερικώς διαλυτή στα οξέα και αλκάλια. Δεδομένου ότι περιέχει κάποιο πηλό, η πράσινη γη απορροφά το λάδι σε ένα μέτριο έως υψηλό ποσοστό. Η χρωστική ουσία θεωρείται μη τοξική.
Λέγεται ότι Ινδοί μοναχοί στην Ajanta χρησιμοποιούσαν φυσικές γαίες για την πράσινη χρωστική ουσία. Πράσινες χρωστικές ουσίες που χρησιμοποιήθηκαν σε ρωμαϊκές τοιχογραφίες ήταν από σελαδονίτη, γλαυκονίτη και χλωρίτη. Πράσινες γήινες χρωστικές χρησιμοποιήθηκαν εκτενώς από καλλιτέχνες του Μεσαίωνα. Στην αγιογραφία χρησιμοποιήθηκε κυρίως από τους Βυζαντινούς, στο πρώτο στρώμα χρωματισμού της σάρκας (προπλασμός) .
Ο σελαδονίτης σχηματίζεται σε υποθαλάσσια υψώματα αρχαίου βυθού σε βάθος που κυμαίνεται από 30 έως 1.000 μέτρα κάτω από την επιφάνεια της θάλασσας και στα ιζηματογενή πετρώματα διαφόρων γεωλογικών συστημάτων. Άλλες φορές είναι ένα κοινό προϊόν αλλοίωσης των βασαλτών σε θαλάσσια περιβάλλοντα. Ο δε γλαυκονίτης θεωρείται ορυκτό που δημιουργείται συνήθως στην υφαλοκρηπίδα σε περιβάλλοντα θαλάσσιας απόθεσης με αργούς ρυθμούς συσσώρευσης. Μπορεί επίσης να βρεθεί σε άμμο ή σχηματισμούς από πηλό ή σε ασβεστόλιθους και κιμωλία.Αναπτύσσεται ως συνέπεια της διαγενετικής αλλοίωσης των ιζηματογενών αποθέσεων και με βιοχημικές διαδικασίες
Το πιο διάσημο κοίτασμα πράσινης γης βρέθηκε κοντά στη Βερόνα, Ιταλία.Ονομάζεται στην διεθνή βιβλιογραφία ως το ''πράσινο της Βερόνας'' (πρόκειται για γλαυκονίτη). Γνωστές πηγές πράσινης γης στην αρχαιότητα σύμφωνα με τον Βιτρούβιο και τον Πλίνιο ήταν η Σμύρνη και η Κυρήνεια της Λιβύης. Ορυχεία από τα οποία παίρνουμε σήμερα την πράσινη γη βρίσκονται στην Βαλτική, Βοημία, Κύπρο, Γαλλία, Ουγγαρία, Πολωνία, Σαξονία, Τιρόλο, Αγγλία,Ρωσία. Μια σειρά από ιζηματογενή πετρώματα που περιέχουν σελαδονίτη βρίσκονται επίσης στο Λένινγκραντ, Ιβάνοβο και στην Ουκρανία απ ' όπου προέρχεται σήμερα η καλύτερη πράσινη γη.