Το αγροτικό χωριό Anguillara της Κω
Σχεδιάστηκε στο σύνολο του από τον Ιταλό αρχιτέκτονα Rodolfo Petracco μεταξύ 1936-1938.Επίσης λεγόταν Vittoria από το 1938 και Vittorio Egeo το 1939.
Το χωριό ιδρύθηκε σε μια κατ' εξοχή αγροτική περιοχή της Κω, με πλούσια και πολύ ενδιαφέρουσα γεωιστορία.
Πριν από 6000 χρόνια αυτή η περιοχή καλυπτόταν από ρηχή θάλασσα. Όμως από τον 4ο αιώνα π.Χ φέρεται ότι μεγαλουργεί ο αγροτικός δήμος των Αλεντίων ο οποίος αργότερα ενσωματώνεται με την αρχαία Πέλη.
Η περιοχή κατά την ελληνιστική και την ρωμαική περίοδο γνώρισε ιδιαίτερη άνθιση, δεν είναι τυχαίο ότι ακόμη είναι ορατά τα ερείπια από τα ρωμαικά υδραγωγεία και τις αγροτικές βίλες που κάποτε δέσποζαν στους πρόποδες του Μεσόβουνου.
Τον 6ο μ. Χ αιώνα το «Τσουνάμι του Αγαθία» προκάλεσε τεράστιες ζημιές σε αυτή την περιοχή.
Ο οικισμός χρησιμοποιήθηκε για λίγα χρόνια από τους Ιταλούς ως αγροτικός, αργότερα ως παιδούπολη από την Φρειδερίκη για τα ορφανά και απροστάτευτα παιδιά του πολέμου και στο τέλος από τον ελληνικό στρατό, πριν οριστικά εγκαταλειφθεί.
Το όνομα Anguillara από μια πρώτη ματιά απoτελεί ένα γρίφο. Όμως έχει χρησιμοποιηθεί σε βίλα στις όχθες μιας λίμνης της Ρώμης, για την εκτροφή ψαριών για να προμηθεύει την αρχαία αγορά της Ρώμης. Η βίλα είχε το σχήμα μιας γωνίας και ονομαζόταν Angularia, έτσι προέκυψε το όνομα Anguillara. Ως τοπωνύμιο είναι σχεδόν βέβαιο ότι σχετίζεται με το ψάρεμα χελιού, ενώ δεν είναι γνωστό αν οι Ιταλοί είχαν στο σχεδιασμό τους κάτι ανάλογο με την αξιοποίηση μιας γης που συχνά γεμίζει από στάσιμα νερά.
Τον Σεπτέμβριο του 1936 εκδόθηκε διάταγμα το οποίο, ως μέρος ενός σχεδίου εγγειοβελτιωτικής και αγροτικής αποκατάστασης, επικύρωσε την απαλλοτρίωση του 1936-1938 για την κατασκευή κτιρίων στην περιοχή του Λινοπότη, μεταξύ των δήμων Πυλιού και Ασφενδιού και θεωρείτο τότε μια από τις πιο επιρρεπείς στην ελονοσία περιοχές του νησιού.
Το 1936, κατά την τελευταία περίοδο της διοίκησης του Mario Lago, εκπονήθηκαν τα σχέδια για το νέο αγροτικό κέντρο Anguillara, που σχεδιάστηκε να στεγάσει Ιταλούς αποίκους.
Οι κατασκευαστικές εργασίες ολοκληρώθηκαν το 1938, στα χρόνια δηλαδή της διοίκησης De Vecchi, του υποστηρικτή της σταυροφορίας του Μουσολίνι για την επιστροφή στη γη.
Ο κυβερνήτης των ιταλοκρατούμενων νησιών της Δωδεκανήσου προώθησε τη συνοικία του Λινοπότη. Ήταν μια από τις μεγαλύτερες και ως εκ τούτου χρειάζονταν τεράστιες επενδύσεις για την διαχείριση της, σε ιδιωτικά κεφάλαια (εταιρεία Fiorenza).
Στις 21 Απριλίου 1938, ενώ η ανάκτηση του πρώτου οικοπέδου βρισκόταν ακόμη σε εξέλιξη, εγκαινιάστηκε το αγροτικό κέντρο, που περιελάμβανε εκκλησία, σχολείο, casa del fascio, δημαρχείο με μεγάλη πλατεία, αστυνομικό τμήμα, βιοτεχνικά καταστήματα, αποθήκες κ.λπ.
Ένας νέος ναός αφιερώνεται στον Άγιο Παύλο, λόγω των ευρημάτων στην περιοχή των ερειπίων παλαιοχριστιανικού ναού του 5ου-60υ αιώνα μ.Χ, που φέρεται να είχε αυτό το όνομα και ο οποίος καταστράφηκε το 554 μ.Χ από τον σεισμό και το θηριώδες τσουνάμι που ακολούθησε . Η περιοχή εκτείνεται σε περίπου 1000 εκτάρια, χωρισμένη σε 35 αγροκτήματα με 28 αποικιακές τύπου κατοικίες και περιλαμβάνει το αγροτικό χωριό, την εκκλησία και το επισκοπείο .
Ο οικισμός παραχωρήθηκε σε μια ομάδα Τοσκανών αγροτών.Ο αγροτικός εποικισμός για το καθεστώς του Μουσολίνι αποτέλεσε μία πολιτική γης, με καλά οργανωτικό σχέδιο και μεγάλους στόχους.
Αναπτύχθηκε κυρίως για την καλλιέργεια αμπελιών, δημητριακών και σταφίδας τύπου «σουλτανίνα», ωστόσο απέβλεπε και στην πρωτογενή αγροτική έρευνα.
Από τις πρώτες ενέργειες των Ιταλών ήταν η κατασκευή αρδευτικών έργων, για την άρδευση της μεγάλης πεδιάδας. Κατασκεύασαν αρδευτικά κανάλια που ακόμη υπάρχουν σήμερα και τοποθέτησαν εξοπλισμό για την αξιοποίηση του νερού της Λίμνης του Πυλιού και της Ζιάς. Ταυτόχρονα διαμόρφωσαν έργα εξυγίανσης των αλλουβιακών εδαφών, ενώ έφεραν πρωτοπόρα για εκείνη την εποχή γεωργικά μηχανήματα και σύγρονα αγροτικά εργαλεία.
Τον επόμενο χρόνο ολοκληρώθηκε η αποκατάσταση και το 1940 προστέθηκαν νέες αγροικίες και ποιμενικά κτίρια, βοηθητικές κατασκευές και κάποια γη προοριζόταν για πειραματισμό, μπορεί ακόμη και ιχθυοκαλλιέργειας και για τη γεωργική βιομηχανία.
Η καθολική εκκλησία, το πιο σημαντικό κτήριο στο συγκρότημα, θυμίζει βασιλική που ακολουθεί την απλότητα των γραμμών της. Η τρίκλιτη βασιλική έχει επίπεδη στέγη και αέτωμα, στριμωγμένη ανάμεσα σε δύο πλευρικούς πύργους διαφορετικού ύψους. Προσαρτημένο στην εκκλησία για να σχηματίσει ένα μοναστήρι είναι το επισκοπείο, ένα κτίριο με ακανόνιστη κάτοψη σχήματος L δομημένο σε έναν όροφο με μικρούς κυβικούς όγκους. Το κτιριακό συγκρότημα διατηρεί ακόμα τα αρχικά του χαρακτηριστικά.
Σήμερα στις εγκαταστάσεις του ακατοίκητου οικισμού οι τοπικοί άρχοντες σχεδιάζουν να φτιάξουν το νέο νοσοκομείο του νησιού, μια επιλογή που δυστυχώς δεν λαμβάνει υπόψη τον αγροτικό χαρακτήρα μιας περιοχής που για τουλάχιστον 25 αιώνες απευθυνόταν μόνο σε γεωργικές δραστηριότητες.
Γεωδίφης
Πηγές:
1.Ιστορία των σεισμών της Κω,2018-2023
2.Δάμος ο Κώιων, 2021
3.Architettura coloniale italiana nel Dodecaneso 1912-1943