Στα ίχνη της αρχαίας Αστυπάλαιας
Όρμος της Αστυπάλαιας Κεφάλου απο το Ζηνί.
«Ἐν δὲ τῇ παραλίᾳ τῆς ἠπείρου κατὰ τὴν Μυνδίαν Ἀστυπάλαιά ἐστιν ἄκρα καὶ Ζεφύριον· εἶτ´ εὐθὺς ἡ Μύνδος λιμένα ἔχουσα, καὶ μετὰ ταύτην Βαργύλια, καὶ αὕτη πόλις ». Στράβωνος Γεωγραφικά, ΙΔ'
Η αναφορά του Στράβωνα για την Αστυπάλαια της Μύνδου, εξακολουθεί να αποτελεί ένα μυστήριο που εξάπτει το ενδιαφέρον και αφήνει τη σκέψη να καλπάζει. Μέχρι σήμερα δεν έχει προσδιοριστεί η ακριβής θέση της. Που θα μπορούσε να βρίσκεται; Σχετίζεται με την Κέφαλο;Υπήρξε Αστυπάλαια στο νησί της Κω;
Η νύμφη Αστυπάλαια
Στη μυθολογία η Αστυπάλαια αρχικά είναι νύμφη και αδελφή της Ευρώπης, αργότερα εμφανίζεται ως σύζυγος του Ποσειδώνα με τον οποίο τεκνοποιεί τον βασιλιά των Λελέγων της Σάμου, Αργοναύτη Αγκαίο και τον βασιλιά των Μερόπων της Κω, Ευρύπυλο. Εγγόνια της ήταν οι Κώοι, Φείδιππος και Άντιφος που πήραν μέρος στον Τρωικό πόλεμο.
Πατέρας της ήταν ο Φοίνικας , ιδρυτής της αρχαίας Φοινίκης. Σύμφωνα με τον αρχαιολόγο Πάτον, το όνομα της Αστυπάλαιας, είναι παραφθορά μιας φοινικικής λέξης που δόθηκε σε τοποθεσίες που σήμερα ονομάζονται Κέφαλος ή Κεφαλά ή Κεφαλούχα.
Ενα τέτοιο γενεαλογικό δέντρο μας κάνει να υποθέσουμε ότι η Αστυπάλαια ως έννοια είναι πολύ παλιά και ότι έχει στενή σχέση με την θάλασσα, τις φυσικές δυνάμεις και τους δεινούς έμπορους Φοίνικες.
Ποιοι ήταν οι Φοίνικες;
Για τους Φοίνικες γνωρίζουμε λίγα επειδή δεν άφησαν σχεδόν καθόλου γραπτά αρχεία, μόνο επιγραφές [όπως αφιερώσεις στους ναούς]. Ως εκ τούτου είναι δύσκολο να βρεθούν αποικίες τους ιδίως στα νησιά του Αιγαίου.
Εγκαταστάθηκαν στη Νοτιοανατολική Μεσόγειο [Λίβανο και Νότια Συρία] πριν από το 2000 π.Χ., αλλά οι φοινικικές πόλεις-κράτη ήταν γνωστές από το 3200-2750 π.Χ. Ο πολιτισμός τους ήκμασε από το 1500 π.Χ. έως το 900 π.Χ. Λέγεται ότι ήταν από τους πρώτους που χρησιμοποίησαν το αλφάβητο των 22 γραμμάτων περίπου το 1300 π.Χ. Επίσης ήταν από τους πρώτους που είχαν σημαντική επίδραση στην ιστορία του κρασιού.
Οι Φοίνικες δεν χρησιμοποιούσαν νομίσματα απλά αντάλλασσαν τα προϊόντα τους. Διέθεταν αλάτι, κρασί, παστά ψάρια, κέδρο, πεύκο, μέταλλο, γυαλί, κεντήματα, λινά, υφάσματα από μαλλί αιγοπροβάτων, βαμβάκι, και αργότερα, το μετάξι. Τι έπαιρναν ως αντάλλαγμα;Ασήμι, σίδηρο,χαλκό, κασσίτερο, μολύβι και γενικά μεταλλεύματα για τα άφθονα αγαθά τους.
Χρησιμοποιούσαν ουσία από οστρακοειδή [trunculus Murex, πορφύρα lapillus, Helix ianthina και ιδίως το brandaris Murex] για να βάφουν τα υφάσματα με μία τεχνική που ήταν διάσημη σε όλο τον αρχαίο κόσμο. Ζώντας σε σχετικά βαθιά νερά, αυτά τα οστρακοειδή τα έπιαναν με δολώματα σε παγίδες.
Οι κέδροι ήταν σημαντικοί για τους εμπορικούς τους στόλους. Η ξυλεία για τα πλοία τους από τα δάση του Λιβάνου τους βοήθησε να γίνουν «παντοδύναμοι έμποροι». Μεταξύ 16ου-13ου αιώνα π.Χ, ταξίδευαν προκειμένου να ανταλλάξουν τη ρητίνη κέδρου με τον χαλκό. Από τον 7ο αιώνα π.Χ. άρχισαν να παράγουν διαφανές γυαλί, σε αντίθεση με τα απλά αδιαφανή γυάλινα σκεύη.
Τα φοινικικά πλοία γενικά έπλεαν κοντά στις ακτές και μόνο κατά την διάρκεια της ημέρας. Συχνά έφτιαχναν εμπορικούς σταθμούς στις ακτογραμμές. Στα νησιά αναζητούσαν πρώτες ύλες και μέταλλα. Πολλοί Φοίνικες μετανάστευσαν από το 1500 π.Χ. αιώνα στην Ελλάδα. Ομως τον 9ο αιώνα οι Έλληνες τους εμποδίζουν να διαπλέουν το Αιγαίο πέλαγος και σταδιακά περιορίζονται στην Τύρο και την Καρχηδόνα.
Τράπεζα των Θεών
Είναι άγνωστο άν υπήρχαν συγκεκριμένες «προδιαγραφές» για να ονομαστεί μία πόλη Αστυπάλαια. Εάν δεν είναι τυχαίο γεγονός, τότε σύμφωνα με τα δεδομένα που έχουμε στη διάθεση μας, πρέπει να ήταν παράλια σε όρμο και σε σεισμικά ενεργή περιοχή.
Μέχρι σήμερα γνωρίζουμε 6 Αστυπάλαιες που όλες πληρούσαν τα παραπάνω κριτήρια: το σημερινό νησί της Δωδεκανήσου, η παλιά πρωτεύουσα της Κω στην Κέφαλο, η τοποθεσία κοντά στο Πυθαγόρειο Σάμου, η περιοχή δυτικά από το Σούνιο απέναντι από την Ν. Ελεούσα, μία ακόμη στην αρχαία Ιαλυσό[ή Κάμειρο] της Ρόδου και η Μυνδία στην Καρία [δες χάρτη].
Η τωρινή Αστυπάλαια είναι η μοναδική που μπόρεσε να διατηρήσει στο χρόνο το όνομα της.
Ωστόσο, το νησί παλαιότερα λεγόταν Πύρρα [από το κόκκινο χρώμα γης], Πυλαία, Ιχθυόεσσα ή Θεών Τράπεζα όπως συχνά την αποκαλούσε ο αρχαιοδίφης Ιάκωβος Ζαρράφτης. Το όνομα της φέρεται να το πήρε από Δωριείς, την αρχαϊκή περίοδο, οι οποίοι βρήκαν στην περιοχή ίχνη παλαιότερου οικισμού των Φοινίκων.
Μυνδία Αστυπάλαια
Την Μυνδία Αστυπάλαια του Στράβωνα αναζήτησαν ο υδρογράφος Μποφώρ και οι αρχαιολόγοι Νιούτον και Πάτον στις αρχές του 19ου αιώνα.
Πρώτος ο Μποφώρ την χωροθετεί κοντά στο ακρωτήριο Τερμέριο. «Καθώς περάσαμε από το ακρωτήριο Karabaghja διακρίναμε το Kady-Kalassy, το οποίο μπορεί να αντιστοιχεί σε αυτά που γράφει ο Στράβων, καθώς καταλαμβάνει την ευθεία παραλία που εκτείνεται από το Ακρωτήριο Ζεφύριο.»
Το Ζεφύριο τοποθετείται από τον Μποφώρ ανατολικά της πόλης Turgutreis η οποία ονομαζόταν στο παρελθόν Καρατόπρακ πριν μετονομαστεί προς τιμή του Ρέις, το 1972. Η Μυνδία Αστυπάλαια συναντάται μεταξύ των ακρωτηρίων, Ζεφυρίου και Τερμέριου. Η ακτογραμμή της περιοχής αποτελείται από αρκετές εισόδους, με απότομα βουνά παράλληλα με την ακτή.
Με την άποψη του συμφωνεί ο Πάτον που αναφέρει σχετικά: «Η χερσόνησος Κεφαλούχα, πιθανώς η αρχαία Αστυπάλαια, φαίνεται να είναι αρκετά ακατοίκητη. Ίσως το σύνολο της νότιας περιοχής και των πεδινών της ανήκε στην Τέρμερα, με τον ποταμό Akcherenda ως όριο προς την κατεύθυνση του Μύνδου. Την Αστυπάλαια γνωρίζουμε ήδη από τον Στράβωνα ως ακρογιαλιά μεταξύ της Αλικαρνασσού και της Τέρμερας. Υψηλά ακροχώρια που συνδέονται με την ηπειρωτική χώρα από χαμηλούς ισθμούς. Το Akyarlar[ηφαιστειακός δόμος] ήταν παλιό ελληνικό χωριό, με τα σπίτια σε ελληνικό στυλ που κοσμούν ακόμα την ακτογραμμή του. Οι Έλληνες χρησιμοποίησαν αυτό το μέρος ως θερινό θέρετρο. Πιστεύεται ότι οι αρχαίοι Έλληνες κάτοικοι του Akyarlar το ονόμασαν Κεφαλούχα [επίσης γνωστή ως Κεφαλόνια]. Το αρχαιότερο όνομα του Akyarlar είναι Αγχιάλα. Οι κάτοικοι του ήταν Λέλεγες που εγκαταστάθηκαν στην περιοχή και έχτισαν μια κοντινή παλιά πόλη. Αυτή η παλιά πόλη ήταν γνωστή ως Τέρμερα.
Η Μυνδία Αστυπάλαια κατά την ρωμαϊκή περίοδο ήταν γνωστή ως Λευκή Λίθος [Litus Leuca], ίσως εξαιτίας του ανοιχτού χρώματος του τραχείτη, μεταξύ 30 π.Χ - 300 μ.Χ.
Αστυπάλαια Κεφάλου
Τα ίχνη ανθρώπινης εγκατάστασης και τα αρχαία τοπωνύμια της Κω αποκαλύπτουν ότι οι πρώτοι κάτοικοι του νησιού ήταν Πελασγοί, Φοίνικες και Λέλεγες.
Το νησί ήδη από το 2.300 π.Χ ήταν ένα πασίγνωστο εμπορικό κέντρο.
Οι Πελασγοί και οι Λέλεγες διδάσκουν τις πρώτες τέχνες, τις αρχές της γεωργίας και αφήνουν πίσω τους εντυπωσιακά κτίσματα «εξ΄υπερφυών πολύγωνων λίθων χωρίς αμμοκονία» όπως περιγράφει ο Ζαρράφτης.
Γύρω στο 2.000 π.Χ φθάνουν οι Κάρες στο νησί.
«Σε όλη την Κέφαλο αναπτύχθηκαν Δωριείς οι οποίοι υπερίσχυσαν των προ αυτών κατοίκων Καρών και Φοινίκων. Οι άποικοι Δωριείς ήλθαν από την απέναντι αποικία τους Κνίδο επέλεξαν την παράλιο, εύυδρο και ευυπεράσπιστη τοποθεσία με το φυσικό φρούριο του Ζηνιού. Ίδρυσαν πόλη, με το χρόνο την κατέστησαν και πρωτεύουσα όλης της νήσου την οποία ονόμασαν Αστυπάλαια... Σε όλη την πεδινή και ορεινή θέση της Κεφάλου από τον Ισθμό απλωνόταν ο πολυπληθής αρχαίος συνοικισμός της Αστυπάλαιας ο οποίος επι ελληνορωμαϊκών χρόνων φαίνεται να αναδεικνύεται στον δήμο Ισθμιωτών με πολλές επιγραφές...Το έτος 411 π.Χ μετά τον καταστρεπτικό σεισμό η πόλη εγκαταλείφθηκε και οι κάτοικοι μετανάστευσαν στη νήσο Αστυπάλαια, στη Αστυπάλαια της Μύνδου, στην παρά το Σούνιο Αστυπάλαια, άλλοι μετοίκησαν στη Κω» γράφει ο Ιάκωβος Ζαρράφτης.
Η Αστυπάλαια στην οποία αναφέρεται ο Ζαρράφτης ίσως είναι προομηρική καθώς ιστορικά ή αρχαιολογικά στοιχεία δεν υπάρχουν μέχρι σήμερα. Οι Φοίνικες φτάνουν πολύ πριν τον Τρωικό πόλεμο στην Κω. Έρχονται σε επικοινωνία με τους κάτοικους της.
Μπορούμε να υποθέσουμε ότι οι πρώτες ύλες και οι φυσικοί πόροι ενεργούν ως μαγνήτης για αυτούς. «Η Κως δεν εισάγει αλλά μόνο εξάγει προϊόντα [κρασιά, αρώματα, υφάσματα, κά]» που είχε διαπιστώσει ο Ιταλός αρχαιολόγος Luciano Laurentzi φαίνεται ότι το είχαν από νωρίς αντιληφθεί οι δαιμόνιοι έμποροι της Φοινίκης.
Το 1.400 π.Χ έρχονται και οι Αχαιοί από την Αργολίδα ή την Θεσσαλία.
Ακολουθεί περίοδος πλούτου και σταδιακής ανάπτυξης του νησιού μέχρι τα τέλη του 13ου αιώνα ή αρχές 14ου αιώνα π.Χ. Μετά από ένα μέγιστο σεισμικό γεγονός η πόλη παρακμάζει. Αργότερα φτάνουν οι Δωριείς από την Κνίδο της γειτονικής Δωρίδας.
Το νησί ήταν πλούσιο σε νερά, αυτάρκες σε φυσικούς πόρους και οι κάτοικοι μπορούσαν να οργανώσουν αποστολές στο Αιγαίο Πέλαγος. Οι Αστυπαλιώτες είχαν δύναμη και πλούτο όμως γιατί έπρεπε να εγκαταλείψουν την εύπορη γη τους. Αναζητούσαν νέα γη για να ικανοποιήσουν την φιλαργυρία τους;
Τα υπολείμματα από τείχη ακρόπολης τριών διαφορετικών περιόδων στην Κέφαλο [του 7-6ου αιώνα π.Χ, του 5ου αιώνα π.Χ και ελληνιστικής περιόδου] που αναφέρει ο αρχαιολόγος Duncan Mackenzie, καθώς και τα ερείπια αρχαϊκής πόλης βορειοανατολικά από το ακρωτήριο Δρέπανο κοντά στη θάλασσα που καταστράφηκε από άγνωστο σεισμό, μαρτυρούν ότι η Κέφαλος συχνά δοκιμάστηκε από σεισμικά επεισόδια. Οι περίοδοι που αναφέρει ο Mackenzie αντιστοιχούν με μικρότερα σε μέγεθος σεισμικά συμβάντα από αυτά του 14-13ου αιώνα π.Χ και του 411 π.Χ.
Οι σεισμοί ταλαιπώρησαν όχι μόνο τους Ισθμιώτες αλλά τους κατοίκους όλου του νησιού. Η μετακίνηση πληθυσμού με ίδρυση των Αστυπάλαιων, που περιγράφει ο Ζαρράφτης, ίσως αφορά τεκτονικό επεισόδιο παλαιότερο του 411π.Χ. Η περίοδος αποίκισης πρέπει να αναζητηθεί σε αρχαίο σεισμό που προήλθε από την ενεργοποίηση του δυτικού και κεντρικού τμήματος του Ρήγματος Κω. Κατά πάσα πιθανότητα συνδέεται με καταστροφικό σεισμό του 9ου αιώνα π.Χ, ένα γεγονός ίσως ανάλογο σε ισχύ με αυτό του 1933.
Ο Παυσανίας και ο Mario Segre ορθά παρατήρησαν ότι η πρωτεύουσα στα μισά του 5ου αιώνα δεν ήταν η Αστυπάλαια. Ο σεισμός του 411 π.Χ κατέστρεψε την Κω Μεροπίδα που τότε ήταν πρωτεύουσα του νησιού. Ακολουθεί μετακίνηση πληθυσμού από την Μεροπίδα προς τον Ισθμό. Με τον συνοικισμό του 366π.Χ οι κάτοικοι επιστρέφουν στην Μεροπίδα όπου ιδρύουν την τωρινή Κω.
H «θυγατρική» Μυνδία φαίνεται ότι έχει αρκετά κοινά στοιχεία με την Αστυπάλαια Κεφάλου. Πέρα από τα τοπωνύμια έχουν όμοια γεωμορφολογία-είναι ηφαιστειότοποι που συνορεύουν με ενεργά ρήγματα. Η επιλογή της γης ίσως έγινε για τα ηφαιστειακά πετρώματα τους. Ο ιγκνιμβρίτης, ο τραχείτης και ο ρυόλιθος είναι επεξεργάσιμα πετρώματα που εύκολα παίρνουν πολυγωνικά σχήματα.
Τέλος, ίσως υπήρχε ακόμη μία αρχαία Αστυπάλαια κοντά στον Ναό του Ποσειδώνα της Μύνδου. H κόρη του Φοίνικα με τον λατρευτό της σύζυγο μάλλον πήγαιναν μαζί. Το ερώτημα που πλανάται στη σκέψη μου δεν είναι αν υπήρχε τόπος λατρείας του Γαιήοχου Ποσειδώνα στη Κέφαλο. Αλλά που μπορεί να βρίσκονται τα ερείπια από το ιερό του;
Γεωδίφης
Πηγές:
1.Κώια-Ι.Ζαρράφτης
2.Kos Astypalaia- Duncan Mackenzie,1897
3.Karamania; or a brief description of the South Coast of Asia Minor, and of the Remains of Antiquity-Sir Francis Beaufort [1818]
4.Travels and discoveries in Levante-C.T.Newton,1865
5.Carian sites and inscriptions-Paton,Myles [1896]
6.Βικιπαίδεια
7.Τοπωνυμικά και ονοματικά της νήσου Κω- Μιχάλης Ε. Σκανδαλίδης
ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΚΟ ΥΛΙΚΟ