ΘΕΜΑΤΑ

ΑΝΤΙΤΗΛΟΣ1 ΑΡΚΟΙ2 ΑΡΚΟΝΗΣΟΣ3 ΑΡΜΑΘΙΑ1 ΑΣΤΑΚΙΔΑ1 ΑΣΤΥΠΑΛΑΙΑ9 ΑΥΓΟ1 ΓΑΔΑΡΟΣ6 ΓΑΙΑ3358 ΓΛΑΡΟΣ1 ΓΥΑΛΙ28 ΔΙΒΟΥΝΙΑ2 ΔΟΛΙΧΗ1 ΕΛΛΑΔΑ1325 ΖΑΦΟΡΑΣ ΜΑΚΡΥΣ1 ΙΑΣΟΣ4 ΙΜΙΑ2 ΚΑΛΑΒΡΟΣ1 ΚΑΛΑΜΑΡΙΑ2 ΚΑΛΟΓΕΡΟΣ1 ΚΑΛΟΛΙΜΝΟΣ2 ΚΑΛΥΜΝΟΣ153 ΚΑΜΗΛΟΝΗΣΙ2 ΚΑΝΔΕΛΙΟΥΣΑ3 ΚΑΡΠΑΘΟΣ13 ΚΑΣΟΣ8 ΚΑΣΤΕΛΛΟΡΙΖΟ20 ΚΑΣΤΡΙ1 ΚΕΔΡΕΑΙ[SEDIR]1 ΚΕΡΑΜΟΣ1 ΚΙΝΑΡΟΣ1 ΚΝΙΔΟΣ25 ΚΟΛΟΦΩΝΑΣ1 ΚΟΥΝΕΛΙ1 ΚΡΕΒΑΤΙΑ1 ΚΩΣ2054 ΛΕΒΙΘΑ3 ΛΕΙΨΟΙ6 ΛΕΠΙΔΑ1 ΛΕΡΟΣ31 ΛΕΣΒΟΣ1 ΛΥΤΡΑ1 ΜΥΝΔΟΣ1 ΝΕΚΡΟΘΗΚΗ1 ΝΕΡΟΝΗΣΙ1 ΝΗΠΟΥΡΙ1 ΝΗΣΟΣ1 ΝΙΜΟΣ1 ΝΙΣΥΡΟΣ180 ΞΕΝΑΓΟΡΑ ΝΗΣΟΙ1 ΟΦΙΔΟΥΣΑ1 ΠΑ.ΦΩ.ΚΩ43 ΠΑΤΜΟΣ29 ΠΑΧΕΙΑ6 ΠΕΝΤΙΚΟΝΗΣΙΑ1 ΠΕΤΡΟΚΑΡΑΒΟ1 ΠΙΑΤΑ1 ΠΙΤΤΑ1 ΠΛΑΤΕΙΑ1 ΠΛΑΤΗ2 ΠΟΝΤΙΚΟΥΣΑ1 ΠΡΑΣΟ1 ΠΡΑΣΟΝΗΣΙ1 ΠΡΑΣΟΝΗΣΙΑ1 ΠΡΑΣΟΥΔΑ ΚΑΤΩ1 ΠΥΡΓΟΥΣΑ5 ΡΟΔΟΣ126 ΡΩ1 ΣΑΒΟΥΡΑ1 ΣΑΜΟΣ13 ΣΑΝΤΟΡΙΝΗ57 ΣΑΡΑΚΙ1 ΣΑΡΙΑ1 ΣΕΣΚΛΙ1 ΣΟΧΑΣ1 ΣΤΡΟΒΙΛΟΣ1 ΣΤΡΟΓΓΥΛΗ[ΑΓΑΘΟΝΗΣΙΟΥ]1 ΣΤΡΟΓΓΥΛΗ[ΜΕΓΙΣΤΗΣ]1 ΣΤΡΟΓΓΥΛΗ[ΝΙΣΥΡΟΥ]3 ΣΥΜΗ38 ΣΥΡΝΑ4 ΣΦΥΡΝΑ1 ΤΕΛΕΝΔΟΣ1 ΤΕΡΜΕΡΑ1 ΤΗΛΟΣ28 ΤΡΑΓΟΝΕΡΑ1 ΤΡΑΓΟΥΣΑ1 ΤΣΟΥΚΑ1 ΦΑΡΜΑΚΟΝΗΣΙ2 ΧΑΛΚΗ15 ΨΕΡΙΜΟΣ22
Εμφάνιση περισσότερων

Ο Ιπποκράτης και ο τσοπάνης


Από την Κω την πράσινη τη νήσο των μακάρων
Μια ιστορία θα σας πω κι ας πέρασαν αιώνες
μα πάντα η αάμνηση όμως σε μας θα μένει
για τον αρχαίο το γιατρό τον Μέγα Ιπποκράτη
που πήρε την ιατρική από ιερείς και μάγους
και με το φιλοσοφικό και το λαμπρό του πνεύμα
και με την παρατήρηση, την έκαμε επιστήμη.

Στο Ασκληπιείο, το ιερό τέμενος του προγόνου,
Κόσμος πολλύς ερχότανε τα πάθη του να γειάνει   
Και κείνος τους θεράπευε με τη σοφή του τέχνη 
ή με φωτιά ή με βότανα είτε με τα νυστέρια       
Ακόμα και την ιερή που λέγανε τη νόσο           
Ήξερε πως κάποιου θεού δεν ήταν τιμωρία     
Παρά μονάχα μια στραβή παραξενιά της φύσης. 

Τους νεαρούς του μαθητές τους όρκιζε με όρκο
Το δάσκαλο τους ν’ αγαπούν και να τον εκτιμούνε
Να σέβονται τον ασθενή και να μη λένε σ’ άλλους
Ότι ακούσουν κι ότι δουν στων άρρωστων τα σπίτια
Και να υπάρχει σεβασμός στο σώμα των ανθρώπων
Είτε γυναίκες ειν’ αυτές ή ελεύθεροι ή δούλοι
Να ωφελούν με προσοχή χωρίς να κάνουν βλάβη

Ένας τσοπάνης στο βουνό πούβοσκε τα κατσίκια
Τον έπιασε ένα σύγκρυο, τρέμαν τα κόκκαλα του
Κιτρίνισε το δέρμα του και μέρα με τη μέρα
Όλο και αδυνάτιζε και τον εσφίγγαν πόνοι.
Είπε πως θάταν κρύωμα, μα πέρασαν οι μέρες
Και κείνος αδυνάτιζε πονούσε στα μηλίγγια.

Τον έπιασε συλλογισμός κι απόφαση επήρε
Τι κάθομαι στον πυρετό δεν πάω στον Ποκράτη;
Ούλοι τον λένε πώς είναι, καλός γιατρός και γιένει
Αρρώστιες, που άλλος κανείς δε ξέρει να γιατρέψει.

Σταλίζει τις κατσίκες του παίρνει και τον αμπά του
Και με τη γκλίτσα βοηθό φτάνει στο Ασκληπιείο
Ζητά να δει και το γιατρό για να τον εξετάσει.
Ο Ιπποκράτης κάθονταν πάνω σε μία πέτρα
Κι είχε μπροστά του δυο παιδιά, τα θέριζεν ο βήχας
Τους έδωσε τα φάρμακα που έπρεπε να πιούνε
Και θα γινόντουσαν καλά μέσα σε έξι μέρες.
Πάει και ο τσοπάνης μας, και λέει του Ιπποκράτη:
Δέμε γιατρέ πως έγινα μέρα τη μέρα λιώνω,
Και μου πονούν τα κόκκαλα σ’ όλο μου το σώμα
Το δέρμα μου κιτρίνισε τα σωθικά μου καίνε.
Ο Ιπποκράτης άρχισε να τονε  εξετάζει
ψηλάφισε το στήθος του και όλο του το σώμα 
χτύπησε με τα δάχτυλα την πλάτη του κι αμέσως
έτρεξε κίτρινη χωλή απ΄ το πρησμένο στόμα.
Τελείωσε η εξέταση και λέει στο τσοπάνη
Εσκέφτηκε ώρα πολλή και λέει στο τσοπάνη
Δε βλέπω νάχεις γιατριά γιατί αυτή η αρώστια
Ειν’ επικίνδυνη πολύ,  εκτός εάν, ποιος ξέρει;
Τι είναι γιατρέ μου το εάν; του λέει ο τσοπάνης
Κι ο Ιπποκράτης τ’ απαντά ανέβα συ στη μάντρα
Γιατί δεν έχω γιατρικό τέτοιο να σε γιατρέψω.
Αγκομαχώντας έφτασε στη μάντρα ο τσοπάνης
Και πέρναγαν οι μέρες του με βάσανα και πόνους
Και το κορμί του έλιωνε τα κόκκαλα πονούσαν 
Τον έπιασε μια λύπηση και μια μελαγχολία.   

Μια μέρα κει που άρμεγε τις καρπερές κατσίκες
Και μάζεψε το γάλα τους μέσα σε μια καρδάρα
που ακούμπησε στην εμπασιά τον πέτρινο τον τοίχο
είδε ένα φίδι πράσινο πελώριο, μεγάλο,
που στην καρδάρα έσκυψε κι ήπιε όλο το γάλα
Ο δράκοντας επρίστικε κι εξέρασεν το χάμου
Τόδεν ο άρρωστος βοσκός κι ευτίς έκαμε σκέψη
Δεν είναι τούτη πια ζωή με βάσανα και πόνους
Γιαυτό, το δηλητήριο που ξέρασε το φίδι
Θα πάω να φάω ο δύστυχος μονάχος να πεθάνω.
Ότι είπε έτσι κι έκαμε και ξάπλωσε στον ήλιο
Και καρτερούσε ο δύσμοιρος το τέλος του για νάρθει.
Όμως, σε λίγο ένοιωσε οι πόνοι να του φεύγουν
Πέρασαν μέρες κι έθρεψαν οι σάρκες του, κι οι πόνοι,
Φύγανε από τα κόκκαλα, το δέρμα του είχε ασπρίσει     
Κι ένοιωθε πως η δύναμη ξανάρθε όπως πρώτα.
Τότε λοιπόν εσκέφτηκε να πάει στ’ Ασκληπιείο
Τον Ιπποκράτη για να δει κ’ ήθελε να του δείξει
Ότι μόνος γιατρεύτηκε και ότι η συμβουλή του
Δεν ήτανε τόσο καλή, αφού στη μάντρα πάνω
Τον έστειλε χωρίς γιατρειά μονάχος να πεθάνει.

Τον βρήκε και καθότανε στην ίδια πέτρα πάνω
Κι από μακριά του φώναζε: «Με είδες Ιπποκράτη»;
Και κείνος του απάντησε ήσυχος και γαλήνιος
Πως θα μπορούσα να σου πω να βρεις πράσινο φίδι
Να το ποτίσεις μπόλικο και κατσικίσιο γάλα
Και να το βάλεις εμετό το γάλα να σου κάμει
Να φας εσύ το ξερατό τη γιατρειά για νάβρεις;

Τότε ο τσοπάνης θαύμασε τις γνώσεις του Ιπποκράτη
Που γνώριζε τη γιατρειά μα πόσο δύσκολη ήταν
Κι όλος χαρά  εφτάγιανος και σιγοτραγουδώντας
με απαλά  πηδήματα  γύρισε στο μαντρί του .


Θεοδόσης Ν. Διακογιάννης

ΤΕΛΕΥΤΑΙΕΣ ΑΝΑΡΤΗΣΕΙΣ

Recent Posts Widget