Παλαιολίμνη του Σκανδάριου
"Εστιν έξω της πόλεως πηγή και λίμνη ονομαζόμενη Λάμπη ήτις εν χειμώνει μεν αυξάνει και κατά πολύ εξαπλούται,εν τω θέρει δε ξηραίνεται "Christ. Buondelmonti
Η παλαιογεωγραφική έρευνα της Κω είναι άμεσα συνδεδεμένη με αρχαίες λίμνες των οποίων το νερό ή χαμηλής ενέργειας ροές νερού κάλυπταν για χρονικά διαστήματα διάφορα τμήματα του νησιού. Στο πέρασμα του χρόνου αρκετά υδάτινα σώματα μεγάλα ή μικρά έχουν εξαφανιστεί με τελευταίο- από έναν πλούσιο κατάλογο- την παλαιολίμνη[αρχαία λίμνη που δεν υπάρχει πια] του Σκανδάριου, ένα από τα μεγαλύτερα λιμναία περιβάλλοντα που δέσποζε κάποτε στο Νοτιοανατολικό Αιγαίο.
Γεωλογικές ενδείξεις, ιστορικές αναφορές όσο και αρχαίοι χάρτες του νησιού τεκμηριώνουν με τον πιο αδιάψευστο τρόπο την ύπαρξη της.
Πριν μερικά χρόνια η πρωτεύουσα του νησιού περιβαλλόταν από δύο λίμνες,την Λάμπη του Ψαλιδίου και την Λάμπη του Σκανδάριου ή Κούμπουρνου [kum burnu στα τουρκικά σημαίνει αμμουδερό έδαφος].Κατά τον Μ. Σκανδαλίδη το τοπωνύμιο Λάμπη πρέπει να έχει σχέση με την αρχαία λέξη λάμπη ή λάπη που σημαίνει ακαθαρσίες που σχηματίζονται σε λιμνάζοντα νερά.
Η μεγαλύτερη λίμνη βρισκόταν στην Δυτική Λάμπη, κατείχε σημαντική έκταση ενώ γύρω της υπήρχαν πολλοί ανεμόμυλοι -μερικοί από τους οποίους σώζονται μέχρι σήμερα. Η ιστορία της περιοχής που φιλοξενούσε την λίμνη είναι επίσης ενδιαφέρουσα.
Σε αυτή την τοποθεσία ο Herzog αναζήτησε αρχικά το Ασκληπιείο βασιζόμενος σε μνεία του Buondelmonti, περιηγητή του 15ου αιώνα, ο οποίος άφηνε να νοηθεί ότι εκεί υπήρχε η κατοικία του Ιπποκράτη. Εκείνη την εποχή η Λάμπη του Σκανδάριου ήταν παραθαλάσσια χαμηλή περιοχή που καλυπτόταν σχεδόν όλο το χρόνο από νερό, το δε καλοκαίρι, αν αποξεραινόταν μεταβαλλόταν σε περιοχή κατάλληλη για βοσκή των ζώων.
Κατά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο υπάρχουν αναφορές ότι οι Άγγλοι σκόπευαν να επισκευάσουν αεροδρόμιο ωστόσο τους παρεμπόδισαν οι Γερμανοί μετά την καταστροφή του αεροδρομίου της Αντιμάχειας.
Παλιοί χάρτες περιηγητών βοηθούν να κατανοήσουμε την πιθανή εξέλιξη του υδάτινου σώματος κατά τους ιστορικούς χρόνους. Χαλκογραφία του V.M.Coronelli του 1696 σημειώνει την παρουσία της. Απουσιάζει από νεώτερη λιθογραφία του 1884 [Carte de Co -M.Deboix]. Χαλκογραφία του I. Ross, του 1844 εμφανίζει την λίμνη όμως με μικρότερη έκταση από αυτή που έχει αποτυπώσει ο Desio. Στον εξαιρετικό μορφολογικό χάρτη [1924]του Ιταλού γεωλόγου Ardito Desio η έκταση της είναι περίπου όση της Αλυκής του Τιγκακίου.
Επίσης απουσιάζει εντελώς από χάρτη της Κω του 1843[W.Leake].Σε χάρτη του 1891 των Paton-Hicks παρατηρούνται ανεμόμυλοι χωρίς όμως την λίμνη. Τέλος είναι καταγεγραμμένη στον υψομετρικό χάρτη Sapper-Plieniger [1920] ο οποίος μαζί με του Desio είναι πιο λεπτομερής, με πιο ακριβές τοπογραφικό υπόβαθρο από τους προηγούμενους. Αξίζει να σημειωθεί ότι ο συγκεκριμένος είχε ολοκληρωθεί με την βοήθεια του Ιάκωβου Ζαρράφτη.
Σύμφωνα με τους Sapper-Plieniger, η χαμένη λίμνη υπήρχε βορειοδυτικά της πρωτεύουσας του νησιού, σε απόσταση μόλις 950 μέτρα από τα όρια της, όμορα του σημερινού οικισμού της Ν.Αλικαρνασσού.Η λίμνη κάλυπτε μία έκταση με εμβαδόν περίπου 833 χιλιάδες τετραγωνικά μέτρα και τουλάχιστον μέχρι το έτος 1920 κυριαρχούσε στο οικοσύστημα της περιοχής. Όμως η αλάνθαστη πένα του Ιάκωβου Ζαρράφτη αναφέρει στα Κώια του[το 1917], την Λάμπη του Κούμπουρνου η οποία κατέχει «χώρον βαθυλόν πεδιάδος υπέρ το έν και ήμισυ εκατομμύριον τ.μ.» δηλαδή για έκταση 1.500 στρεμμάτων πολύ μεγαλύτερη από αυτή που έχει αποτυπωθεί στον υψομετρικό χάρτη. Τι ακριβώς συμβαίνει; Είναι δυνατόν να έχουν πέσει έξω στις χαρτογραφήσεις τους τόσοι περιηγητές;
Τα μορφολογικά χαρακτηριστικά της «άφαντης» Λάμπης του Σκανδάριου είναι προτιμότερο να εξεταστούν από ψηλά. Από τα υψώματα της Βίγλας, πάνω από το Ασκληπιείο είναι ορατή η «ευφορώτατη πεδιάδα» την οποία αναφέρει ο Ζαρράφτης. Ιδίως κατά τους χειμερινούς μήνες η αμμώδης τοποθεσία φαίνεται πραγματικά να «λάμπει» από στάσιμα νερά που γεμίζουν τις συνδεδεμένες αβαθείς κοιλότητες. Όμως αυτό που δεν είναι ορατό είναι το γεωλογικό στάτους της περιοχής, η τεκτονική τάφρος η οποία βυθίζεται κάποια χιλιοστά τον χρόνο. Το βύθισμα σήμερα δεν είναι ορατό επειδή έχει καλυφθεί τα τελευταία εκατοντάδες χρόνια από προσχωσιγενή υλικά.
Οι ρίζες του πρώιμου υδάτινου σώματος πρέπει να αναζητηθούν σε φυσικές διεργασίες χιλιετιών. Τα τελευταία 10.000 χρόνια ,άπειρες φορές, έχει αλλάξει το λιμναίο περιβάλλον σε σχήμα, μέγεθος και διαστάσεις για πολλές και πολύπλοκες αιτίες.
Τον 15ο-16ο αιώνα κάλυπτε το μεγαλύτερο τμήμα της Δυτικής Λάμπης. Κατά τον 18ο αιώνα είναι μικρότερη σε έκταση και λειτουργεί ως μία προσωρινή μάζα από ρηχά νερά [βάθος έως 3 μέτρα] που εμφανίζεται ή χάνεται σε σύντομο χρονικό διάστημα. Τα νερά της προέρχονταν από βροχοπτώσεις, επιφανειακές απορροές, πηγές ή ακόμη και από τη θάλασσα.
Συνήθως μία λίμνη μπορεί να σχηματιστεί από σεισμούς, ηφαίστεια, παγετώνες, καθιζήσεις, ποτάμια δράση, πτώση μετεωρίτη, συσσώρευση οργανικού υλικού, ανθρωπογενείς δράσεις, αιολική δράση και διάφορες άλλες αιτίες.
Στην περίπτωση μας η συσσώρευση οργανικού υλικού στο αμμώδες έδαφος και η αιολική δράση είναι καθοριστική στην απομόνωση της λόγω του σχηματισμού φυσικών φραγμάτων από την πυκνή ανάπτυξη βλάστησης, φυκών κά. Ίσως κατά διαστήματα να έχει λειτουργήσει ως λιμνοθάλασσα πίσω από αμμώδη φυσικά φράγματα που προήλθε από την ανύψωση της θαλάσσιας στάθμης και τη συμπύκνωση των ιζημάτων με αποτέλεσμα την κάλυψη με θαλασσινό νερό των εκβολικών συστημάτων των αμμωδών εμποδίων. Είναι βέβαιο ότι αρκετές φορές το υδάτινο σώμα έχει αλλάξει τα χαρακτηριστικά του και από λίμνη μπορεί να έχει μετατραπεί, σε έλος, βάλτο ή τέναγος. Μελέτη ιζημάτων,απολιθωμάτων, γυρεοκόκκων ή φυτικών λειψάνων μπορεί να αναπαριστάνει το παλαιοπεριβαντολογικό καθεστώς.
Όλες οι λίμνες είναι προσωρινές, μπορεί να εξαφανιστούν από υπερχείλιση των νερών σε περιοχές με υγρό και θερμό κλίμα ή από την μεγαλύτερη εξάτμιση σε περιοχές με ξηρό ή ημίξηρο κλίμα. Οι σχετικά βαθιές λίμνες δεν έχουν πλούσια βλάστηση ενώ τα έλη είναι ρηχές εκτάσεις με στάσιμα νερά με σχετικά καλή κατάσταση ποιότητας νερού. Περιέχουν δενδρώδη βλάστηση και χαρακτηρίζονται από την απόθεση αποσυντεθειμένων φυτικών υπολειμμάτων όπως τα τενάγη.
Οι χάρτες των περιηγητών συνηγορούν ότι το λιμναίο σύστημα βρισκόταν σε φθίνουσα πορεία όταν κατέλαβαν το νησί οι Ιταλοί. Η ανεπιθύμητη βαλτώδης έκταση επικίνδυνη για ελονοσία,κίτρινο πυρετό ή για αναθυμιάσεις επικίνδυνων αερίων από αποσύνθεση διαφόρων οργανικών ουσιών [μεθάνιο, μονοξείδιο ή διοξείδιο του άνθρακα κά.] και η αναζήτηση γόνιμων εδαφών οδήγησε σε αποξήρανση και την μετατροπή της σε γεωργική έκταση.
Οι Ιταλοί με ειδικό νόμο το 1931 κατάφεραν να περιέλθει στο Ιταλικό Δημόσιο κάθε κτήμα που έμενε ακαλλιέργητο για 3 χρόνια με αποτέλεσμα τεράστιες εκτάσεις να απαλλοτριωθούν σε χαμηλότατες τιμές και να αποδοθούν σε Ιταλούς αποίκους που δημιούργησαν πρότυπα γεωργικά κέντρα [Torre di Lambi] και το 1936 αξιοποίησαν την περιοχή με εγγειοβελτιωτικά έργα. Όμως η αποίκιση της περιοχής με Ιταλούς αποίκους [Νέο-Κώοι] απέτυχε επειδή οι νέοι κάτοικοι δεν μπόρεσαν να ζήσουν μακριά από τους δικούς τους και να προσαρμοστούν στις ιδιαίτερες συνθήκες του νησιού.
Η λίμνη αποξηράνθηκε από ανθρωπογενή αίτια, μάλιστα ένα μεγάλο τμήμα της έχει οικοδομηθεί, αναπτυχθεί τουριστικά και σήμερα πλέον έχει εξαφανιστεί. Αλληλεπιδράσεις μεταξύ φύσης και ανθρώπου οδήγησαν σε αφανισμό έναν πλούσιο και μοναδικό βιότοπο. Το ερώτημα που τίθεται είναι αν κέρδισε ο άνθρωπος ή έχασε η φύση;
Γεωδίφης
Πηγές
1.Ιστορία της Νήσου Κω -Χατζηβασιλείου.Β
2.Βικιπαίδεια
3.Τοπωνυμικά και ονοματικά της Νήσου Κω- Σκανδαλίδης.Μ
4.Η Κως μέσα από τα Χαρακτικά των Ευρωπαίων Χαρτογράφων [15ος-19ος αιώνας]-Μαρκόγλου. Α
5.Γεωμορφολογία-Παυλόπουλος.Κ