Ο γεωαρχαιολόγος Luigi Morricone
Αρχαϊκό μαρμάρινο ανάγλυφο από την Κω- L.Morricone.
Μετά τον καταστρεπτικό σεισμό του 1933 η πόλη της Κω ανασκάπτεται από αρχαιολόγους και μηχανικούς της Ιταλικής Αρχαιολογικής Υπηρεσίας. Οι ανασκαφές φέρνουν στο φως τα ερείπια της αρχαίας πόλης [ή καλύτερα από παλαιότερες πόλεις]. Ίσως να μην μαθαίναμε ποτέ τι έκρυβε η κωακή γη εάν δεν είχαν αρχίσει τις ερευνητικές εργασίες οι Ιταλοί κατακτητές. Εκ των πρωτεργατών αυτής της σημαντικότατης προσπάθειας ήταν ο Luigi Morricone.
Ο Morricone γεννήθηκε το 1906 στο Κιέτι, μίας από τις αρχαιότερες πόλεις της Ιταλίας [αρχαιότερη και από τη Ρώμη] την οποία φέρεται να ίδρυσε ο Αχιλλέας. Τον Ιούλιο του 1935 αναλαμβάνει τις ανασκαφές από τον συνάδελφο του, εξίσου λαμπρό επιστήμονα Luciano Laurenzi [1902-1966]. Με συνεργάτες τον μηχανικό Ερμή Balducci [δυστυχώς πέθανε σε ηλικία 34 χρονών] για τις πρωτοχριστιανικές βασιλικές και τον Ιταλοεβραίο επιγραφολόγο Mario Serge [χάθηκε μαζί με την γυναίκα και το παιδί του στο κολαστήριο του Άουσβιτς], αποκάλυψαν μέχρι τον Σεπτέμβριο 1943 το μεγαλύτερο μέρος της αρχαίας Κω. Μια άλλη σημαντική ιταλική παρουσία στο νησί που συνεργάστηκε με τον L.Morricone ήταν ο Τραϊανός Finamore [1899-1970], ξυλογράφος, χαράκτης, ζωγράφος, ιστορικός και ποιητής. Την ομάδα πλαισίωνε ο αρχαιολόγος, γαμπρός του Ιακ.Ζαρράφτη, Giussepe Lazzara.
O Morricone ήταν επιθεωρητής της Εφορείας Αρχαιοτήτων της Νάπολης από το 1934, αργότερα διευθυντής του Ιστορικού Αρχαιολογικού Ινστιτούτου F.E.R.T Ρόδου [ιδρύθηκε το 1927]. Το 1935 είχε σταλεί από την ιταλική κυβέρνηση σε μια αποστολή στην Κω για να συνεχίσει την εργασία του Laurenzi. Κατά τη διάρκεια αυτής της αποστολής έκανε μια αξιόλογη δουλειά με ανασκαφές και συλλογή υλικού. Το έργο του Morricone έληξε το 1948, όταν παρέδωσε σε Έλληνες συναδέλφους το αρχαιολογικό υλικό με τα σχετικά έγγραφα, επιστημονικές εργασίες και το φωτογραφικό αρχείο που με μεγάλη δυσκολία κατάφερε να σώσει και να διατηρηθεί κατά την περίοδο του Β΄ Παγκόσμιου Πολέμου. Επέστρεψε στη Νάπολη, συνεχίζοντας παράλληλα την μελέτη του για την Ελλάδα.
Ο Ιταλός αρχαιολόγος εφάρμοσε μεθόδους της γεωεπιστήμης στην επίλυση των πολύπλοκων αρχαιολογικών προβλημάτων που προέκυψαν κατά την παραμονή του στο νησί. Οι μέθοδοι του προέρχονταν από διαφορετικά γνωστικά πεδία όπως η γεωλογία των σεισμών, η γεωμορφολογία, η χαρτογραφία, η γεωγραφία, η γεωχρονολόγηση, η στρωματογραφία, η εδαφολογία, η ιζηματολογία, η πετρολογία, η κλιματολογία και η γεωοικολογία. Ο συνδυασμός όλων αυτών των μεθόδων του έδωσε την δυνατότητα της μελέτης των παλαιοπεριβαλλόντων του νησιού και ειδικότερα κατέδειξε την αλληλεπίδραση των Κώων με το περιβάλλον κατά την αρχαιότητα.
Επιπλέον στο δύσκολο έργο του συχνά είχε σύμβουλους τους αρχαίους κλασσικούς συγγραφείς, τους περιηγητές και τους αρχαιολόγους που εργάστηκαν στο νησί ενώ αρκετές φορές πρέπει να είχε ξεφυλλίσει τα Κώια του Ζαρράφτη. Δυστυχώς το πλούσιο και αξιόλογο έργο του Morricone είναι δύσκολο να παρουσιαστεί μέσα σε λίγες αράδες.
Οι προϊστορικές έρευνες [Σεράγια,Λαγκάδα,Ελαιώνα κά] του δείχνουν ότι η Κως από το 2300π.Χ ήταν ένα πολύ δραστήριο εμπορικό κέντρο.
Υποστήριξε ότι τα ευρήματα από τους προϊστορικούς τάφους της Ασκλούπης και της σπηλιάς Άσπρης Πέτρας ανάγονται στην πρώτη πρώιμη εποχή του χαλκού, δηλαδή 2900-2100 π.Χ, κάτι με το οποίο συμφωνούν σήμερα οι αρχαιολόγοι.
Οι προϊστορικοί τάφοι στο χείμαρρο Γλυκόπεραμα για τον Morricone αποτελούν έναν από τους συνδέσμους μεταξύ της σπηλιάς της Άσπρης Πέτρας και της μυκηναϊκής πόλης στο Σκανδάριο.
Σχετικά με τα πετρώματα του νησιού προσθέτει «Η παλαιότερη περίοδος, θα μπορούσε να ονομαστεί του τραβερτίνη ΙΙ, εκτείνεται από το 366 π.Χ., την ημερομηνία ίδρυσης της πόλης, κοντά στο ακρωτήριο Σκανδάριο όπου κατά την Μυκηναϊκή εποχή στην περιοχή υπήρχε οικισμός και τη γεωμετρική μία απέραντη νεκρόπολη. Εως τον 3ο αιώνα π.Χ τα χρησιμοποιούμενα για την κατασκευή υλικά είναι ένα είδος ασβεστόλιθου όπως ο τραβερτίνης τον οποίο οι ντόπιοι αποκαλούν αμυγδαλόπετρα, και μερικές φορές απο ηφαιστειακό τεφροπράσινο τόφφο [πρασινόπετρα] σπανιότερα το μαύρο/μπλε μάρμαρο [ιώδης ασβεστόλιθος]. Για τη βασική δομή των κτιρίων εφαρμόζεται μια γκρίζα ή κοκκινωπή ηφαιστειακή πέτρα μαλακόπετρα [δακίτης ή ρυόλιθος], ενώ για τα τείχη χρησιμοποιείται γενικά έναν σκληρότερο πέτρωμα που ονομάζεται σιδερόπετρα. Η τεχνική της κατασκευής είναι πάντα λεπτή και ακριβής. Η επόμενη περίοδος είναι αυτή του «μαρμάρου ΙΙ» επειδή το κρυσταλλικό, λευκό ή φλεβικό μάρμαρο των λατομείων του νησιού χρησιμοποιείται ευρέως στα κτίρια. Ωστόσο, δεν εγκαταλείπεται η χρήση του τραβερτίνη και του μαύρου γαλάζιου μαρμάρου, πράγματι, αυτά τα υλικά εναλλάσσονται με λευκό μάρμαρο κυρίως στις χαμηλότερες σειρές των κτιρίων. Κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου δημιουργήθηκαν τα μνημεία που έδωσαν στην πόλη την πολυτελή εμφάνιση που αναφέρει ο Διόδωρος και ο Στράβων.»
Ξεσκονίζει τους αρχαίους χάρτες του νησιού και αναζητά ερείπια από τα σπίτια του Ιπποκράτη και το θολωτό πηγάδι [lppokrat ή Pukrat σουγιού, πηγή του Ιπποκράτη] προτείνοντας ότι βρίσκονται κάτω από τα σύγχρονα σπίτια κοντά στην ακτή [κατά μήκος της γραμμής της βόρειας πλευράς του τείχους]. Τα κτίρια είχαν περιγραφεί για πρώτη φορά από τον Nicolo de Martoni το 1395, αποτελούσαν ένα μεγάλο οικοδόμημα που έμοιαζε με κάστρο και αμέσως μετά, αρχές του 15ου αιώνα από τον Christopher de Buondelmonti. Μέχρι τον 18ο αιώνα αναφέρονται τα ερείπια ενός κτιρίου, μερικές φορές, με την επιγραφή: fons et domus ypocratis.
Τον Μάιο 1937, στην άκρη της δυτικής πόλης [Γενί Καπού ή Porta Nuova] στα ερείπια των σπιτιών που καταστράφηκαν από το σεισμό του 1933, ενθουσιάζεται από ένα θραύσμα που ανάκτησε από αρχαϊκό ανάγλυφο [ λευκό μάρμαρο, όχι της Κω] ιωνικής τεχνοτροπίας.
Φαίνεται ότι τον απασχολεί έντονα η υψηλή σεισμική δραστηριότητα της περιοχής. Συχνά οι επιπτώσεις των σεισμών στην ιστορία της πόλης αποτελούν σημείο αναφοράς στο έργο του. Ειδικότερα εστιάζει την προσοχή του στα σεισμικά γεγονότα του 1933, 554, 469,139, 5 ή 6π.Χ, 27π.Χ.
Σε κάποια αποσπάσματα του έργου του αναφέρει: «Το περιμετρικό τείχος της πόλης που κάλυπτε τις οδούς Ιπποκράτους, Μιαούλη, Ναυκλήρου και Πλατεία Καζούλη δυστυχώς ελάχιστο σώζεται στις ημέρες μας. Κτίστηκε με αρχαίο υλικό κάθε είδους μεταξύ 1391-1396. Η αταξία της τεχνικής του δείχνει τη σπουδή με την οποία κτίστηκε».
«Το Γενί Καπού στο νοτιοδυτικό άκρο της πόλης, κοντά στο Ωδείο δεν έχει πληγεί από το σεισμό του 1933, και καταλαμβάνεται από χώρους που αρχίζουν από την πλατεία της αγοράς και ακολουθούν την ήπια πλαγιά ενός μικρού λόφου το οποίο είναι ένα είδος ακρόπολης».
Για τον σεισμό του 5 ή 6 π.Χ. μας πληροφορεί ότι δεν μπόρεσε να εντοπίσει ίχνη οικοδομικής δραστηριότητας αυτής της περιόδου από τις ανασκαφές.
Μας άφησε σημαντικές πληροφορίες για το ιπποδάμιο σύστημα της πόλης το οποίο δεν άλλαξε κατά τους ρωμαϊκούς χρόνους.
Επισημαίνει ότι η ανοικοδόμηση που άρχισε μετά τον σεισμό του Αντωνίου Πίου [139μ.Χ] ανύψωσε την στάθμη της πόλης Κω. Το τείχος επισκευάστηκε - τουλάχιστον το τμήμα του προς το λιμάνι - σε ύψος μόλις πάνω από 2.50μ. και πάνω από τα ερείπια χτίστηκαν νέα κτίρια. Διαπιστώνει την επαναχρησιμοποίηση υλικών όπως τούβλα, πέτρες και μάρμαρα για κατασκευή νέων κτιρίων. Συμφωνεί με τον L.Laurenzi ότι τότε ίσως λειτούργησαν για τελευταία φορά τα λατομεία του νησιού πριν ξανανοίξουν την Ιταλική περίοδο.
Ιδιαίτερη αναφορά κάνει στο καθοριστικό διπλό χτύπημα, για την πορεία της πόλης, του 469 και 554μ.Χ.«Η πόλη της Κω υπέστη μια νέα καταστροφή, είναι η εποχή που εξαφανίζονται εντελώς όσα ελληνιστικά κτίρια είχαν επιβιώσει και η Κως αποκτάει μία χριστιανική φυσιογνωμία. Η τελευταία περίοδος ήταν βραχύβια, επειδή το 554, ένας νέος σεισμός θέτει τέλος στην ύπαρξη της αρχαίας πόλης. Αν και δεν μπορώ απολύτως να αποκλείσω ότι συνεχίζεται η ζωή επί τόπου, όμως δεν βρέθηκαν απομεινάρια που αποδίδονται σε μια εποχή μετά τα μέσα του 6ου αιώνα μ.Χ».
Σχετικά με τον μέγιστο σεισμό του 554, προσθέτει:«Η πρωτοχριστιανική πόλη [Κω] γκρεμίστηκε από τον σεισμό. Θα πρέπει επίσης να σημειωθεί ότι στο στρώμα που ανήκει η τελευταία κατασκευαστική περίοδος δεν βρίσκονται πουθενά υπολείμματα κτιρίων: είτε θα πρέπει να υποθέσουμε ότι δεν είχε ξαναχτιστεί σε όλη την περιοχή της πόλης, διότι δεν είχε πλέον τον πληθυσμό των προηγούμενων αιώνων, ή, σχετικά με την μαρτυρία του Αγαθία, πρέπει να γίνει δεκτό ότι υπήρχαν πολλές κατασκευές από τούβλα και πηλό και αυτά δεν έχουν φτάσει σε μας. Μετά τον σεισμό ακολουθεί εγκατάλειψη της πόλης».
Οι Ιταλοί αρχαιολόγοι τοποθετούν χρονικά την ακμή της παλαιοχριστιανικής εποχής της Κω ανάμεσα στους σεισμούς του 469 και 554 μ.Χ. Μετά το 554 θα ακολουθήσουν τα σκοτεινά χρόνια μέχρι τον 11ο αιώνα. Νέες ανασκαφές προτείνουν ότι η ζωή συνεχίσθηκε έως τις αραβικές ἐπιδρομές του 654/655 μ.Χ. Στὴ συνέχεια οι πληροφορίες για το νησί χάνονται. Πρέπει να τονισθεί ότι ιδίως μετά το σεισμό του 554 [δες χάρτη] όχι μόνο η Κως αλλά αρκετές γειτονικές πόλεις [Μύνδος, Κνίδος κά] πάλευαν να βρουν τις ισορροπίες και να επιστρέψουν σε κανονικότητα. Αρκετοί κάτοικοι χάθηκαν, άλλοι εγκατέλειψαν το νησί και όσοι έμειναν πήγαν στα ορεινά, σε καλύτερα καταφύγια με καθαρό πόσιμο νερό. Ήταν δύσκολο να ανασυνταχθούν οι τοπικές κοινωνίες για ένα μεγάλο χρονικό διάστημα. Το υφάλμυρο νερό, οι αρρώστιες, τα ακατάλληλα εδάφη, η καταστροφή της θαλάσσιας ζωής, οι ισχυροί μετασεισμοί, ήταν σημαντικοί παράγοντες που οδήγησαν στην εγκατάλειψη της πόλης το 554, προσυπογράφοντας την αναφορά με την οποία έκλεισε το γεωχρονολόγιο της πόλης ο Morricone.
Το 1938 συμπληρώνει τις ανασκαφές στο κτίριο των Θερμών του Ασκληπιείου, το οποίο χρονολογεί τον 3ο αιώνα μ.Χ. Λίγο πριν φτάσουν οι Γερμανοί ανακαλύπτει στο Ασκληπιείο μυκηναϊκά όπλα και αγγεία. Οι έρευνες των Ιταλών σταμάτησαν τον Οκτώβριο 1943 με τον ερχομό των Ναζί. Ο Morricone επέστρεψε στην Ιταλία και το 1979 πέθανε στη Ρώμη.
Γεωδίφης
Πηγές:
1.Ιστορία της Νήσου Κω-Β.Χατζηβασιλείου
2.archeologia.beniculturali.it/Αρχείο L.Morricone
3.Ιταλική Αρχαιολογική Σχολή Αθηνών
4.Scavi e ricerche a Coo (1935-1943)-L. Morricone
5.Eleona e Langada: sepolcreti della Tarda Età del Bronzo a Coo-L. Morricone
6.Frammento di bassorilievo arcaico da Coo-L. Morricone