H «Χούφτα» του Ερημίτη
Φοντάνα Χούφτα.
Δυτικά της τοποθεσίας Σύμπετρο, κοντά στο Καταφύγιο του Εξωραϊστικού βρίσκεται ο μοναχικός Ερημίτης.
Ο Ιάκωβος Ζαρράφτης στα Κώια του αναφέρει ''κώνος βραχώδης υψηλός, όστις υψούμενος υπέρ τα 446 μέτρα, απομεμονωμένος ως ερημίτης δικαίως φέρει το όνομα Ερημίτης''. Το βουνό μοιάζει με ασπιδωτό ηφαίστειο όμως δεν είναι. Η βουνοκορφή του φτάνει σε ύψος τα 428 μέτρα σύμφωνα με τους Ιταλούς [περίπου 397 μέτρα κατά το Google Earth] και η ανύψωση του οφείλεται στις ακούραστες τεκτονικές δυνάμεις της περιοχής. Το βουνό μετά από εκατοντάδες χιλιάδες σεισμούς, απολαμβάνει την νεότητα του και εξακολουθεί σιωπηλά να ψηλώνει κάποια χιλιοστά κάθε χρόνο.
Ο Ερημίτης είναι δίδυμο αδελφάκι της Χαλκήπετρας. Έχουν την ίδια ηλικία [161-65 εκ.ετών] και σύσταση [τεφρόλευκοι ασβεστόλιθοι]. Αποτελούν μικρά υπολείμματα μιας μεγαλύτερης γεωδομής (τεκτονικό κάλυμμα) που αποχωρίστηκε από την πρωταρχική θέση και τοποθετήθηκε, πάνω στον παλαιότερο ηφαιστειοϊζηματογενή σχηματισμό της νοτιοανατολικής Κω. Δημιουργήθηκε από τη δράση ανάστροφων ρηγμάτων. Γεωλογικά είναι ένα ακόμη «τεκτονικό ράκος» από σκληρά πετρώματα που υψώθηκε στο μέσο ενός τοπίου με σχετικά ομαλές μορφές. Αποκόπηκε από τον κύριο όγκο του βασικού σώματος του καλύμματος και λόγω της μεγαλύτερης ταχύτητας μετακίνησης, εμφανίζεται ως ένα εντελώς ανεξάρτητο και απομονωμένο σώμα μικρότερων διαστάσεων.
Ο ρόλος της τεκτονικής στην δημιουργία του Ερημίτη ήταν καθοριστικός ωστόσο όπως συμβαίνει σε καθετί στη Γη, όλο αυτό το διάστημα, παρενέβησαν εξωγενείς δυνάμεις (διάβρωση,κλίμα) που εμπόδισαν την περαιτέρω ανύψωση του. Στους ''καυγάδες'' των αντίρροπων δυνάμεων καθώς και στην γεωλογική σύσταση του βουνού οφείλεται το κωνικό σχήμα του.
Βόρεια του Ερημίτη, περίπου 200 μέτρα από την κορυφή του, συναντάται μία άγνωστη πηγή. Το όνομα της δεν έχει καταχωρηθεί στα τοπωνυμικά της Κω. Ωστόσο, στα ιταλικά αρχεία είναι καταγεγραμμένη ως Fontana Manupli(χούφτα,γουλιά). Πρόκειται για κρήνη της οποίας το όνομα ίσως να οφείλεται στα γεωμορφολογικά χαρακτηριστικά της και να υποδηλώνει την περιορισμένη παροχή της. Ενδεχομένως να είχε ελάχιστη ποσότητα νερού όταν την καταχώρησαν στους κτηματολογικούς χάρτες οι Ιταλοί.
Μετά από τόσο καιρό, η ελάχιστη παροχή της πηγής παρατηρείται ακόμη και σήμερα. Η πηγή τροφοδοτείται με νερό από το καρστικό πεδίο του Ερημίτη. Το νερό της Φοντάνας Χούφτα σε θερμοκρασία περίπου 20.5 βαθμούς Κελσίου παρουσιάζει αγωγιμότητα 560 microsiemens ανά εκατοστό (μS/cm) και συγκέντρωση συνολικών διαλυμένων στερεών 282ppm. Δίνει πόσιμο νερό, κάπως σκληρό, πλούσιο σε ιόντα ασβεστίου και μαγνησίου εξαιτίας της σύστασης των πετρωμάτων που υπάρχουν στην περιοχή. Το ph στους ίδιους βαθμούς θερμοκρασίας, έδειξε ότι το διάλυμα του νερού ήταν αλκαλικό με τιμή περίπου 7,86. Η μέτρηση της ραδιενέργειας έδειξε κανονική ακτινοβολία του περιβάλλοντος χώρου,της τάξης 0.15 mSv / h δηλαδή φυσιολογικά επίπεδα.
Φοντάνα (από το λατινικό fontis δηλαδή «πηγή») θεωρείται κάθε αρχιτεκτονική κατασκευή από την οποία αντλείται νερό που προέρχεται από μια πηγή ή ένα τεχνικό έργο.
Αρχικά οι φοντάνες είχαν καθαρά λειτουργικό σκοπό, ήταν πολύ σημαντικές και διαδεδομένες στις πόλεις πριν γίνει διαθέσιμο το τρεχούμενο νερό σε μεμονωμένες κατοικίες, αλλά τώρα σταδιακά έχουν εξαφανιστεί, όπως και οι δημόσιες τουαλέτες. Εκτός από την χρήση τους για πρόσβαση στο νερό, συχνά ήταν αρχιτεκτονικά δημιουργήματα μνημειακού τύπου. Αρκετές φορές ήταν διακοσμημένες με αγάλματα, εκθέματα ή συντριβάνια. Η διακόσμηση τους αναπτύχθηκε κατά τη διάρκεια της ελληνιστικής περιόδου και στη συνέχεια η χρήση τους επεκτάθηκε στην αρχαία Ρώμη, όπου αυτές οι πηγές έγιναν γνωστές ως Νυμφαία.
Στο Μεσαίωνα έχασαν την αίγλη τους, τότε χρησιμοποιούνταν περισσότερο τα πηγάδια. Με την έλευση του Μπαρόκ και της Αναγέννησης,οι φοντάνες επανήλθαν στην αρχιτεκτονική και την διακοσμητική των πόλεων,επανέκτησαν τον σημαντικό ρόλο που είχαν κατά την κλασική περίοδο.
Οι αρχαίοι Έλληνες ήταν οι πρώτοι που χρησιμοποίησαν υδραγωγεία με τα οποία τροφοδοτούσαν [από τη βαρύτητα ] και διένειμαν νερό στις φοντάνες. Σύμφωνα με αρχαίους ιστορικούς, υπήρχαν κρήνες σε Αθήνα ,Κόρινθο και άλλες αρχαίες ελληνικές πόλεις ήδη από τον 6ο αιώνα π.Χ. ως τερματικά των υδραγωγείων που έφερναν νερό από τις πηγές και τα ποτάμια στις πόλεις.
Συχνά ήταν φτιαγμένες από πέτρα της περιοχής ή μάρμαρο, με το νερό να ρέει μέσα από χάλκινους σωλήνες και αναδυόταν από το στόμα ενός λαξευμένου λιονταριού ή άλλου ζώου. Η Φοντάνα Χούφτα είναι λιτή, φτιαγμένη από ασβεστόλιθο της περιοχής, χωρίς διακόσμηση ίσως λόγω της περιορισμένης παροχής και σπουδαιότητας.
Οι αρχαίοι Ρωμαίοι έχτισαν ένα εκτεταμένο σύστημα υδραγωγείων με τα οποία έφερναν νερό από τα ποτάμια και τις ορεινές λίμνες στις βρύσες και δεξαμενές της Ρώμης. Ρωμαίοι μηχανικοί χρησιμοποιούσαν σωλήνες μολύβδου αντί τους χάλκινους για τη διανομή του νερού σε όλη την πόλη.
Κατά τη διάρκεια του Μεσαίωνα, τα αρχαία υδραγωγεία καταστράφηκαν ή έπεσαν σε παρακμή και πολλές φοντάνες σταμάτησαν να λειτουργούν. Υπήρχαν κυρίως μόνο σε απομονωμένα μοναστήρια ή σε κήπους στα παλάτια. Κατά το Μεσαίωνα οι φοντάνες συνδέθηκαν με την πηγή της ζωής, την καθαρότητα, τη σοφία, την αθωότητα και τον Κήπο της Εδέμ.
Γεωδίφης
Πηγές
1.Γεωλογικός Χάρτης Κω-ΙΓΜΕ
2.Βικιπαίδεια
3.Κώια-Ι.Ζαράφτης